«Η στροφή του προέδρου Ερντογάν προς τον πλήρη απολυταρχισμό – ισλαμισμό ολοκληρώθηκε μετά το υποτιθέμενο πραξικόπημα του 2016», αναφέρει ο Μάικ Πομπέο στο βιβλίο του «Never give an inch», στο οποίο, μεταξύ άλλων, αποκαλύπτει άγνωστα έως σήμερα περιστατικά, που αποτυπώνουν τη βαθιά δυσπιστία και τον προβληματικό χαρακτήρα των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας.
Περιγράφει επίσης, σύμφωνα με την ανταποκρίτρια της «Καθημερινής από τις ΗΠΑ, Λένα Αργύρη, πώς πραγματικά βλέπει τον Ερντογάν και τους στρατιωτικούς ηγέτες που τον περιβάλλουν, οι οποίοι –όπως τονίζει– «συχνά λένε ψέματα στους δικτάτορες που υπηρετούν». Τα όσα αναφέρει ο πρώην υπουργός Εξωτερικων των ΗΠΑ στο βιβλίο του προκάλεσαν σήμερα την έντονη αντίδραση της Άγκυρας, η οποία εκφράστηκε με ευθείες επιθέσεις και βαρείς χαρακτηρισμούς τόσο από τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, όσο και από τον εκπρόσωπο της τουρκικής προεδρίας και στενότατο συνεργάτη του Ερντογάν, Ιμπραΐμ Καλίν.
Στην αφήγησή του, ο Πομπέο θυμάται ότι όταν επισκέφθηκε την Αγκυρα ως διευθυντής της CIA, το 2017, ο Ερντογάν τον ανάγκασε να δει ένα τρίωρο βίντεο για το πραξικόπημα, το οποίο, όπως λέει, ήταν «τόσο απεχθές και ατελείωτο, που έθεσε σε κίνδυνο την ψυχική υγεία μου». Το ίδιο βίντεο ήρθε ξανά στο μυαλό του δύο χρόνια αργότερα, όταν ως υπουργός Εξωτερικών μετέβη στην Αγκυρα μαζί με τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς με τη δύσκολη αποστολή διαχείρισης της πολύπλοκης κατάστασης που είχε προκύψει μετά το περιβόητο τηλεφώνημα Τραμπ – Ερντογάν και την ανακοίνωση περί αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία.
«Οταν φθάσαμε στο Παλάτι, ο Ερντογάν ζήτησε να δει για λίγα λεπτά μόνος του τον αντιπρόεδρο. Επειτα από μισή ώρα είπα στους συνεργάτες του ότι έπρεπε οπωσδήποτε να δω τον Μάικ Πενς. Τίποτα. Πέρασαν ακόμη 20 λεπτά και ήμουν πια αποφασισμένος. Χωρίς να ζητήσω άδεια, κατευθύνθηκα προς την αίθουσα όπου βρισκόταν σε εξέλιξη η συνάντηση. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Είπα στον ομόλογό μου ότι θα τη σπάσω. Είχα αρχίσει να ανησυχώ ότι ο Ερντογάν είχε αναγκάσει τον Πενς να βλέπει το ίδιο τρίωρο βίντεο. Οι συνεργάτες μου φοβήθηκαν ότι αν πράγματι επιχειρούσα να παραβιάσω την πόρτα θα βρισκόμουν αντιμέτωπος με την ασφάλεια του Ερντογάν, η οποία ενδεχομένως να αντιδρούσε επιθετικά. Παραδόξως με άφησαν να μπω μέσα».
Τα όσα περιγράφει στη συνέχεια αποδεικνύουν, όπως λέει, χωρίς αμφιβολία πως «οι στρατιωτικοί ηγέτες που υπηρετούν δικτάτορες συχνά τους κρύβουν την αλήθεια». Και εξηγεί ότι «η συζήτηση επιδεινώθηκε πολύ σύντομα. Τελικά ο Ερντογάν συμφώνησε σε προσωρινή εκεχειρία. Είχαμε ανοίξει χάρτες πάνω στο τραπέζι και τους δείχναμε ακριβώς τα σημεία στα οποία βρίσκονταν Αμερικανοί στρατιώτες. Ο Ερντογάν άρχισε να μας αμφισβητεί και να μας ρωτάει αν είμαστε σίγουροι για αυτά που του δείχναμε. Οταν του είπαμε ότι ήμασταν απολύτως βέβαιοι, κοίταξε τους δικούς του με βλέμμα που τα έλεγε όλα, “μου είπατε ψέματα”».
Εκρήξεις θυμού
Ο κ. Πομπέο θυμάται ένα ακόμη εκρηκτικό περιστατικό στις αρχές της διακυβέρνησης Τραμπ, όταν κλήθηκαν στο Γραφείο Ρούζβελτ του Λευκού Οίκου ο σύμβουλος του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν, και ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Χακάν Ζιντάν για να τους ανακοινωθεί η αμερικανική απόφαση περί στήριξης των Κούρδων της Συρίας (SDF) για την αντιμετώπιση του ISIS. «Δεν έχω ξαναδεί τόσο πολύ θυμό να κατακλύζει μια αίθουσα και να ξεσπά τόσο γρήγορα», αναφέρει. «Βγήκαν έξαλλοι από την αίθουσα, ωρυόμενοι, αυτό που μόλις είχε συμβεί δεν ήταν καλό για τη σχέση μας, ήταν όμως, όπως αποδείχθηκε, η σωστή απόφαση».
Σε άλλο σημείο της αφήγησής του επιβεβαιώνει τις συχνές τηλεφωνικές επαφές που είχαν οι πρόεδροι Τραμπ και Ερντογάν. «Του τηλεφωνούσε διαρκώς ζητώντας του να του εκδώσει τον Γκιουλέν, ενώ γκρίνιαζε συνεχώς για τη στήριξη που παρείχαμε στους Κούρδους».
Στο κεφάλαιο για τη δολοφονία του Τζαμάλ Κασόγκι δεν κρύβει τα πραγματικά συναισθήματα που επικράτησαν στην αμερικανική κυβέρνηση για τη στάση της Τουρκίας. «Κρυφογελάσαμε με τον πρόεδρο Τραμπ για τις διαρροές του Ερντογάν και των μυστικών υπηρεσιών του για όσα συνέβησαν στο προξενείο. Ο Ερντογάν ήταν σχεδόν δικτάτορας, τι λόγο είχε να παραπονιέται για μια δολοφονία εγκεκριμένη από μια κυβέρνηση;» αναρωτιέται.
Περιγράφει επίσης το σκεπτικό του πίσω από μια απόφαση η οποία, όταν ελήφθη, προκάλεσε πραγματική αίσθηση. Την απόφασή του να επισκεφθεί τον Νοέμβριο του 2020 το Οικουμενικό Πατριαρχείο χωρίς να συναντήσει κανέναν Τούρκο αξιωματούχο. «Ηθελα με αυτόν τον τρόπο να στείλω μήνυμα στήριξης. Οι Ερντογάν και Τσαβούσογλου δυσαρεστήθηκαν, αλλά ο Ορθόδοξος κόσμος συνειδητοποίησε ότι η Αμερική είναι δίπλα του».
Τελείως διαφορετικός είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει τη σχέση του με την Ελλάδα και τον ρόλο της χώρας μας στην περιοχή. Εξηγεί πως ήταν απολύτως συνειδητή η απόφασή του να επικεντρωθεί και να αξιοποιήσει νέες ευκαιρίες στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσει την ενίσχυση των σχέσεων με την Ελλάδα, εξέλιξη για την οποία είναι υπερήφανος. «Μια χώρα η οποία διολίσθαινε στον αντιαμερικανισμό τη δεκαετία του ’70, σήμερα θεωρεί τις ΗΠΑ τον προτιμητέο σύμμαχο. Επικεντρώθηκα με τον Ελληνα πρωθυπουργό στην αντιμετώπιση των διενέξεων που είχαν προκύψει από τις παράνομες τουρκικές ενέργειες στον τομέα των ερευνών στην Ανατολική Μεσόγειο, συμμετείχα ως ο πρώτος ΥΠΕΞ ΗΠΑ στο σχήμα 3+1 για τις ενεργειακές προοπτικές στην περιοχή, έκανα κάτι που δεν είχε γίνει για χρόνια, έστειλα επιστολή στον Ελληνα ομόλογό μου εξαίροντας τον ρόλο της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή, ενώ παρότρυνα την Τουρκία να τερματίσει τις μελετημένες προκλήσεις της στην περιοχή».
Ο κ. Πομπέο αναφέρεται και στη στενή προσωπική σχέση του με τον κ. Μητσοτάκη και στο γεγονός ότι με τη σύζυγό του Σούζαν φιλοξενήθηκαν στην πρωθυπουργική οικία στην Κρήτη. «Οι σχέσεις μας με ένα σύμμαχο που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωτικής σημασίας περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου είναι τώρα πιο ισχυρές από κάθε άλλη φορά από την εποχή του Σχεδίου Μάρσαλ».
«Στήριξε το πραξικόπημα, ομολόγησε μεροληψία υπέρ της Ελλάδας»
Οι αναφορές του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ εξόργισαν την Άγκυρα, που πέρασε στην αντεπίθεση. Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, τότε ομόλογος του Πομπέο, τον κατηγόρησε ευθέως ότι υποστήριξε το πραξικόπημα του 2016, ενώ ο Ιμπραΐμ Καλίν του καταλόγισε πως «ομολόγησε» την μεροληψία, κατά το τουρκικό αφήγημα, της Ουάσιγκτον προς την Ελλάδα, σε βάρος της Τουρκίας.
«Υπήρξε η τετ-α-τετ συνάντηση του προέδρου μας με τον Πενς πριν από τη συνάντηση των αντιπροσωπειών των δύο χωρών. Και ενώ εγώ και ο Πομπέο, μαζί με άλλους συνεργάτες, περιμέναμε σε κάποιο άλλο γραφείο, είδαμε πως ο Πομπέο ενοχλήθηκε επειδή η συνάντηση αυτή είχε μεγαλύτερη διάρκεια και ζήτησε “να πάμε μέσα τώρα”. Εγώ του είπα: ο ένας είναι πρόεδρος και ο άλλος αντιπρόεδρος, όταν μας χρειαστούν, θα μας καλέσουν. Του είπα επίσης ότι από άποψη ευγένειας, αλλά και πρωτοκόλλου, δεν θα είναι σωστό να μπούμε μέσα, και τον προειδοποίησα» τόνισε σε δήλωσή του σήμερα ο Τσαβούσογλου, αναφερόμενος στο επίμαχο περιστατικό κατά την επίσκεψη Πενς στην Αγκυρα:
«Τώρα αντιλαμβανόμαστε γιατί ενοχλήθηκε. Εκείνες τις “άθλιες εικόνες”, όπως τις αποκαλεί, εμείς τις ζήσαμε εδώ. Η τρομοκρατική οργάνωση δολοφόνησε 251 πολίτες μας. Μιλάω για την FETO», είπε ακόμη ο Τούρκος ΥΠΕΞ, προσθέτοντας:
«Αλλωστε υπήρχε ένα μήνυμα του ίδιου του Πομπέο στο Twitter, το οποίο αργότερα το διέγραψε. Και από όσα γράφει εναντίον του προέδρου μας, αντιλαμβανόμαστε πως υποστήριξε ο ίδιος την απόπειρα πραξικοπήματος. Aυτός είναι και ο λόγος που ενοχλήθηκε από το βίντεο, διότι σε αυτό δείχνει πώς ξεκίνησε το πραξικόπημα και πώς ο τουρκικός λαός το απέτρεψε. Ενοχλήθηκε πολύ που ο τουρκικός λαός νίκησε τους πραξικοπηματίες, γι’ αυτό και χρησιμοποιεί αυτό το ύφος και μιλάει έτσι»:
«Aυτοί ήταν που χάλασαν τις ισορροπίες στις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο. Και ο ίδιος, επειδή θα είναι υποψήφιος στις επόμενες εκλογές, θέλει την υποστήριξη του ελληνικού λόμπι και γι’ αυτό τα γράφει αυτά. Μου είπε πως θέλει να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη, πως θα επισκεφθεί το Πατριαρχείο και θα ήθελε να με συναντήσει εκεί. Η δική μου απάντηση ήταν ξεκάθαρη. Δεν ενοχλούμαστε από την επίσκεψη στο Πατριαρχείο, αλλά όποιος θέλει να με συναντήσει μπορεί να έρθει στην Αγκυρα να με δει, δεν θα πάω εγώ στην Κωνσταντινούπολη», συνέχισε ο ίδιος.
«Σε όσα αναφέρονται υπάρχουν αναληθείς πληροφορίες, υπερβολές, και δείχνουν πως ήταν ανέντιμοι και διπρόσωποι. Με αυτό το άτομο αναγκαστήκαμε να συνεργαστούμε για την ανάπτυξη των σχέσεων. Είδαμε πόσο ανειλικρινής και διπρόσωπος είναι. Νομίζω πως έγραψε αυτό το βιβλίο για την έναρξη της προεκλογικής του εκστρατείας για την προεδρία. Ετσι πιστεύω. Για τους ισχυρισμούς που αναφέρατε, υπάρχουν αναληθείς πληροφορίες, και το λέω με διπλωματική γλώσσα. Εσείς μπορείτε να πείτε και ψέμα. Υπάρχει υπερβολή και παραπληροφόρηση, καθώς η υποστήριξη της τρομοκρατίας είναι ποινικό αδίκημα στις ΗΠΑ και προσπαθεί να την αποφύγει», κατέληξε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών.
Εξίσου επιθετική υπήρξε και η αντίδραση της τουρκικής προεδρίας μέσω του Καλίν.
«Οσο διαρκούσε η συνάντηση και δεν τελείωνε, τόσο ο Πομπέο έξω περνούσε νευρική κρίση. Εμείς τα μάθαμε μετά. Είναι περίεργο πράγμα, ο αντιπρόεδρός σου είναι μέσα σε συνάντηση κι εσύ απ’ έξω ασκείς πιέσεις και λες “θα μπω μέσα” ο ίδιος. Ενώ δεν υπήρχε αίτημα από τον αντιπρόεδρό του, επιχείρησε να μπει και άσκησε πίεση στην πόρτα. Το μάθαμε μετά» είπε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος της Αγκυρας, ενώ κατηγόρησε με τη σειρά του τον πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ για μεροληψία υπέρ της Ελλάδας, συνδέοντας τη θέση αυτή και με τη σημερινή κυβέρνηση Μπάιντεν:
«Στο βιβλίο αναφέρει πως είναι περήφανος για την ανάπτυξη των σχέσεων με την Ελλάδα και ότι από την εποχή του Κίσινγκερ κανένας δεν στήριξε τόσο πολύ την Ελλάδα. Αρα οι ΗΠΑ δεν τηρούν αμερόληπτη στάση μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ. Γνωρίζαμε πως οι ΗΠΑ στέκονται δίπλα στην Ελλάδα και τη στηρίζουν, αλλά αυτό το ομολόγησε και το καταγράφουμε».
«Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι έδειξε πως, ενώ μιλάει για ειρήνη στο Αιγαίο, προκαλεί ένταση μεταξύ των δυο συμμάχων όταν στηρίζει ξεκάθαρα μόνο την Ελλάδα. Και σήμερα η κυβέρνηση Μπάιντεν, με τη στάση της αυτή, δεν έχει πολύ μεγάλη διαφορά. Σε ορισμένα θέματα να πούμε ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ, το βαθύ κράτος, την πολιτική που ξεκίνησε ο Ομπάμα και τη συνέχισε ο Τραμπ, τώρα το κάνει και η κυβέρνηση Μπάιντεν. Μετά οι άνθρωποι μάς ρωτούν “ποιος ο λόγος της έντασης μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ”. Η ομολογία του Πομπέο δείχνει πως το ζήτημα δεν είμαστε εμείς, αλλά οι ΗΠΑ», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας.