Το πρώτο τηλεφώνημα του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ήταν ένα σημαντικό βήμα για μια σχέση που τα προηγούμενα χρόνια έχει αποκτήσει στρατηγικό βάθος. Και αυτό γιατί, όπως το θέτει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν έχουν χαρακτήρα παραταξιακό, αλλά εθνικό.
Υπό το πρίσμα της νέας πολιτικής κυριαρχίας Τραμπ στην άλλη μεριά του Ατλαντικού και της προαναγγελίας ότι όλα θα είναι αλλιώς αυτή τη φορά-και απολύτως ελεγχόμενα από τον Λευκό Οίκο-ο κ. Μητσοτάκης ήθελε να έχει την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον νέο πρόεδρο όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την εκλογή του.
«Η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετικά φιλική, η συζήτηση ανοιχτή και ο πρόεδρος Τραμπ γνωρίζει καλά με ποιον μιλούσε και ποιος είναι ο ρόλος των ΗΠΑ για την Ελλάδα», αναφέρουν οι πληροφορίες που κράτησε περίπου δέκα λεπτά και έγινε βεβαίως χωρίς μεταφραστές. Οι δυο τους γνωρίζονται, άλλωστε ο κ. Τραμπ ήταν ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που κάλεσε τον κ. Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο, αμέσως μετά τα Φώτα του 2020. Επί ημερών Τραμπ, επίσης, η ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία αναβαθμίστηκε σε στρατηγική και απέκτησε παραμετρική χαρακτηριστικά, με τις υπογραφές να πέφτουν στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2019. Παράλληλα, επί ημερών Τραμπ άνοιγε για την Ελλάδα η πόρτα του προγράμματος των F-35, την ώρα που η Τουρκία εξοβελιζόταν από αυτό.
Μια λειτουργική σχέση
Μητσοτάκης και Τραμπ δεν θα γίνουν, βεβαίως, αίφνης… πρώτοι φίλοι. Ο κ. Τραμπ, όμως, είθισται να διαμορφώνει προσωπικές σχέσεις με τους ηγέτες που συνδιαλέγεται, υπερβαίνοντας τις πρακτικές της διπλωματίας. Ο κ. Μητσοτάκης είναι διατεθειμένος να παίξει σε αυτό το τερέν, με την επίγνωση ότι η Ελλάδα είναι σημαντικό μέρος των αμερικανικών σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή. Και χωρίς να αίρονται αυτομάτως τα εμπόδια του πρόσφατου παρελθόντος, ο κ. Μητσοτάκης ενδιαφέρεται για μια λειτουργική ελληνοαμερικανική σχέση.
«Και είναι σχέσεις οι οποίες δεν στηρίζονται απλά σε ένα αξιακό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ δύο ιστορικών Δημοκρατιών που πάντα βρέθηκαν από τη σωστή πλευρά της ιστορίας, είναι και σχέσεις που στηρίζονται στο αμοιβαίο συμφέρον, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν στη χρησιμότητα της στήριξης των ελληνοαμερικανικών σχέσεων», υπογράμμισε χθες από την ετήσια εκδήλωση της Grand Thornton ο κ. Μητσοτάκης.
Βεβαίως, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν είναι απολύτως ανεξάρτητες από τις ευρωαμερικανικές σχέσεις. Και εδώ ο κ. Μητσοτάκης εμφανίστηκε χθες κάπως πιο επιφυλακτικός, αν και εκτίμησε ότι δεν θα επικρατήσουν οι ακραίες τάσεις για αμερικανικούς δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα. Σε κάθε περίπτωση επανέλαβε ότι «η Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσει από αυτόν τον λήθαργο γεωπολιτικής αφέλειας στον οποίο δυστυχώς έχει εισέλθει εδώ και πολλά χρόνια».
Το Καπιτώλιο και οι άγνωστοι
Πέραν του τηλεφωνήματος Μητσοτάκη-Τραμπ, πάντως, όπου ακροθιγώς συζητήθηκαν όλα τα ανοιχτά διεθνή και περιφερειακά ζητήματα, η Αθήνα χαρτογραφεί το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην Ουάσιγκτον, με δεδομένες τις σαρωτικές αλλαγές που θα επέλθουν στον Λευκό Οίκο και στα υπουργεία.
Ο στενός κύκλος του κ. Τραμπ-πολύ διαφορετικός από αυτόν της προηγούμενης θητείας του-απαρτίζεται εν πολλοίς από αγνώστους στο διεθνές κοινό. Οι επιλογές του για κρίσιμες θέσεις δε, όπως του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας και των επικεφαλής του State Department και του Πενταγώνου είναι ακόμα υπό αίρεση. Ακόμα, όπως επισημαίνουν από την Αθήνα, ιδιαίτερα κρίσιμος είναι ο ρόλος που παίζει το Καπιτώλιο, όπου και εκεί διαμορφώνεται ένα νέο τοπίο με την επικράτηση των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία και τη διαφαινόμενη διατήρηση του ελέγχου στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η Αθήνα «χτενίζει» τα νέα πρόσωπα, ενώ αυτές τις μέρες έχει αναλάβει και ο νέος διπλωματικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Μίλτον Νικολαϊδης που προέρχεται από τη θητεία του στο ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η υφυπουργός Εξωτερικών, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, και η πρέσβης της Ελλάδας στις ΗΠΑ, Κατερίνα Νασίκα, αξιοποιούν όλους τους διαύλους που υπάρχουν, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια των ελληνοαμερικανικών επαφών υψηλού επιπέδου.