Αποκαλυπτικά της στρατηγικής, με την οποία θα βαδίσει προς τις επόμενες εκλογές η ΝΔ είναι όσα συνέβησαν και όσα ειπώθηκαν τις τελευταίες ημέρες από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το 30% του κυβερνώντος κόμματος μπορεί να δίνει απόσταση ασφαλείας από το δεύτερο, αλλά με ποσοστό κάτω του 20% ΠΑΣΟΚ, δεν εξασφαλίζει όμως αυτοδυναμία. Κυβέρνηση και ΝΔ τις προηγούμενες μέρες επιτέθηκαν με σφοδρότητα στο ΠΑΣΟΚ, με αναφορές για σχέδιο συγκυβέρνησης με τα κόμματα της δραχμής.
Σε αυτή την κριτική η Χαριλάου Τρικούπη απάντησε βάζοντας θέμα συνεργασίας της ΝΔ με ακροδεξιές δυνάμεις. Όσο τα ποσοστά του κυβερνώντος κόμματος δεν ενισχύονται και όσο πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών, το ερώτημα «με ποιον θα κυβερνήσει η ΝΔ» θα επανέρχεται όλο και πιο επιτακτικά.
Παράλληλα, το πάθημα του ΠΑΣΟΚ, που είδε ξαφνικά να ανοίγει από το πουθενά θέμα συνεργασιών εξαιτίας δηλώσεων των στελεχών του, γίνεται έγκαιρα μάθημα στη ΝΔ, που με τίποτα δεν θέλει να αρχίσουν μια συζήτηση για πιθανές συνεργασίες τα δικά της στελέχη, ρίχνοντας νερό στο μύλο της κριτικής της αντιπολίτευσης.
Και αυτό το ενδεχόμενο φρόντισε να εξαλείψει ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθαρίζοντας ότι δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας με κόμματα στα δεξιά της Ν.Δ.. Η δήλωση αυτή, εκτός από το να αποτρέψει οποιαδήποτε σχετική συζήτηση, αποσκοπεί και στην ενίσχυση της προοπτικής επαναπατρισμού ψηφοφόρων που λοξοκοιτάζουν προς τα δεξιά της Ν.Δ.. Εάν η πιθανότητα εκλογικής συνεργασίας με τον χώρο αυτό μείνει ανοιχτή, δεν έχουν λόγο να επιστρέψουν στη Ν.Δ.. Αντίθετα, η αίσθηση ότι το κυβερνών κόμμα θα μπορούσε να χάσει την αυτοδυναμία ή τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης, μπορεί να λειτουργήσει συσπειρωτικά.
Είναι ακόμα ένας κρίκος στην αλυσίδα παρεμβάσεων για ενίσχυση του δεξιού προφίλ του κυβερνώντος κόμματος και επανασύνδεσης με το παραδοσιακό παραταξιακό ακροατήριο. Στην ίδια κατεύθυνση, ο κ. Μητσοτάκης αποστασιοποιήθηκε για άλλη μια φορά από τη woke ατζέντα, για την οποία τού επιτίθενται τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά του, με αιχμή της κριτικής τη νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. «Υπάρχουν δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό. Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη και αυτό υπαγορεύει η βιολογία» δήλωσε.
Οι παρεμβάσεις του πρωθυπουργού, για συνεργασίες και woke ατζέντα, έρχονται σε συνέχεια των επιλογών του για Πρόεδρο της Δημοκρατίας και Πρόεδρο της Βουλής. Με τον Κωνσταντίνο Τασούλα και Νικήτα Κακλαμάνη «απάντησε» στις παραταξιακές αγωνίες των βουλευτών και των κομματικών στελεχών, ότι το κόμμα μεταλλάσσεται και απομακρύνεται από την παραδοσιακή βάση του. Οι φωνές αμφισβήτησης κεντρικών επιλογών, που είχαν πυκνώσει και ενταθεί από τις ευρωεκλογές και μετά, πλέον έχουν σταματήσει.
Επειδή, όμως, είναι σαφές ότι η Ν.Δ. θα πρέπει να διατηρήσει τα ερείσματά της στο κέντρο για να διεκδικήσει αυτοδυναμία, η μετωπική με το ΠΑΣΟΚ προεξοφλείται ότι θα συνεχιστεί. Η συζήτηση για πιθανές συνεργασίες και οι δηλώσεις στελεχών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαμόρφωσαν το πεδίο για να ανασυρθεί η επιχειρηματολογία για τα «κόμματα της δραχμής». Γνωρίζουν καλά στη ΝΔ ότι σε σημαντικό βαθμό η στροφή κεντρώων ψηφοφόρων προς τη ΝΔ τόσο το 2019 όσο και το 2023, εν πολλοίς προέκυψε από φόβο και αγωνία είτε ακυβερνησίας είτε επιστροφής σε κυβερνητικούς πειραματισμούς. Και αυτή την αγωνία έχουν κάθε λόγο να την τροφοδοτήσουν.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει και το εξωτερικό μέτωπο, που ονομάζεται Τραμπ - Οι εκτιμήσεις
«Νομίζω ότι ο Τραμπ αυτά που λέει τα εννοεί. Δασμούς θα βάλει, το ερώτημα που αφορά την Ευρώπη είναι πόσο σημαντικούς και πόσο στοχευμένους». Με αυτή τη φράση, σημαίνον στέλεχος του κυβερνητικού επιτελείου τοποθετείται αναφορικά με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης επί των απειλών του νέου προέδρου των ΗΠΑ ότι θα επιβάλλει σημαντικούς δασμούς στα ευρωπαϊκά προϊόντα, λόγω του μεγάλου εμπορικού ελλείμματος της τάξης των 350 δισεκατομμυρίων που ο κ. Τραμπ σπουδαιολογεί.
Μένει, πάντως, να φανεί, όπως εκτιμά σε συνομιλητές του και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ποια θα είναι η έκταση της αμερικανικής κίνησης, καθώς το σενάριο του γενικευμένου εμπορικού πολέμου δεν φαίνεται να είναι το κυρίαρχο.
Επιχειρώντας να «χαρτογραφήσουν» τις προθέσεις της νέας αμερικανικής διοίκησης και στο κυβερνητικό επιτελείο αναλίσκονται σε ασκήσεις ετοιμότητας. Είναι σαφές ότι η χώρα μας μπορεί να είναι λιγότερο εκτεθειμένη συγκριτικά με τη Γερμανία που εξάγει δεκάδες χιλιάδες αυτοκίνητα κατασκευής της, πλην όμως, όπως το θέτει η ίδια κυβερνητική πηγή «δεν μπορεί να επηρεαστεί η Ευρώπη και να μην επηρεαστούμε εμείς».
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται η έκδοση του δεκαετούς ομολόγου, στην οποία προέβη το ελληνικό δημόσιο προ ολίγων ημερών, με επιτόκιο 3,6%. Το επιτόκιο δεν είναι καθόλου κακό, είναι και χαμηλότερο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, πλην όμως είναι «τσιμπημένο» σε σχέση με μια έκδοση που είχε δρομολογήσει το δημόσιο προ τριμήνου με επιτόκιο 3,3%. Συνεπώς, η ανησυχία έχει ήδη αρχίσει να γίνεται αισθητή και στις ευρωπαϊκές αγορές.
Σύγκρουση χωρίς κερδισμένο
Κυβερνητική πηγή εκτιμά ότι μια επιθετική πολιτική δασμών από μέρους του κ. Τραμπ θα είναι στην πραγματικότητα «lose-lose» επί της ουσίας και προσθέτει ότι μένει να φανεί, αν είναι περισσότερο μια διαπραγματευτική τακτική. «Αν ο Τραμπ εφαρμόσει όσες κυρώσεις προαναγγέλλει, η αμερικανική οικονομία θα έχει μικρότερη ανάπτυξη και περισσότερο πληθωρισμό. Επίσης το βασικό του πρόβλημα είναι το μεγάλο έλλειμμα. Από την άλλη και η Ευρώπη θα βρεθεί αντιμέτωπη με το σενάριο νέας πίεσης στα επιτόκια που θα επηρεάσει τους ήδη αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης», τονίζει η ίδια πηγή.
Το πρόβλημα των επιτοκίων δεν είναι αμελητέο για την κυβέρνηση. Όλο το προηγούμενο διάστημα, η ΕΚΤ έχει προβεί σε μειώσεις επιτοκίων. Αν, όμως, η FED προβεί σε αυξήσεις επιτοκίων τους επόμενους μήνες, σε απάντηση των κινήσεων Τραμπ, τότε και η ΕΚΤ θα έχει μικρά περιθώρια. Βεβαίως, ο Γιάννης Στουρνάρας επεσήμανε χθες σε συνέντευξή του στη Ναυτεμπορική ότι τυχόν επιβολή δασμών θα έπρεπε να επιταχύνει την πορεία απομείωσης των επιτοκίων, ώστε αυτά να προσεγγίσουν το 2% στο τέλος του 2025. Όπως και να έχει, η ΕΚΤ δεν είναι «αποσυνδεδεμένη» από τη διεθνές περιβάλλον.
Οι ελληνικές «άμυνες»
Όπως εκτιμά στέλεχος του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, η ελληνική οικονομία είναι εκ των πραγμάτων σε καλύτερη θέση από τον μέσο όρο της ευρωπαϊκής, αν κρίνει κανείς από τους δείκτες της ανάπτυξης. Κανείς, πάντως, δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι μια αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ε.Ε. θα αφήσει τη χώρα μας αλώβητη, ακόμα και αν οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ είναι της τάξης του 1%.
Η άποψη κυβερνητικών στελεχών είναι ότι η Ελλάδα θα βρεθεί σε καλύτερη θέση, καθώς μπορεί να βελτιώσει τη συμμετοχή των άμεσων ξένων επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ, να συνεχίσει να αυξάνει τις εισπράξεις από τη φοροδιαφυγή, να μειώσει φορολογικούς συντελεστές και έτσι να υποστηρίξει την οικονομική δραστηριότητα. Επίσης, υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης στην αγορά εργασίας, ενώ και η πολιτική σταθερότητα απομειώνει το λεγόμενο country risk, όπως ανέφερε και στο δείπνο του ελληνοαμερικανικού επιμελητηρίου ο κ. Μητσοτάκης.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που επίσης κρατούν στο κυβερνητικό επιτελείο είναι η ενιαία στάση της Ευρώπης απέναντι στις απειλές του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, καθώς άπαντες φαίνονται να αντιλαμβάνονται ότι μια τέτοιου είδους αντιπαράθεση θα είναι συνολικά επιζήμια.