Νέο χτύπημα για τους ιδιοκτήτες ακινήτων με το νέο ΕΝΦΙΑ-Ποιοι θα πληρώσουν

 
Νέο χτύπημα για τους ιδιοκτήτες ακινήτων με το νέο ΕΝΦΙΑ-Ποιοι θα πληρώσουν

Ενημερώθηκε: 12/12/17 - 08:01

Η επικαιροποιημένη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές φέρνει και αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ. Ένα φόρο που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θεωρούσε απαράδεκτο και δεσμευόταν πως θα τον καταργήσει, πλέον τον επιβάλλει σε ακόμα μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Οι κάποτε… «προεκλογικές υπερβολές» γίνονται πλέον αγχόνη, μετά τις αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ.

αγροτεμάχια

ακίνητα

Την επιβολή του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ και στα ή την αύξηση των επιβαρύνσεων στα αστικά δείχνει το επικαιροποιημένο μνημόνιο που αποκάλυψε την περασμένη Κυριακή η «Κ». Σύμφωνα με το σχέδιο, μετά την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών τον Μάρτιο του 2018, η κυβέρνηση έχει δύο επιλογές ή διαφορετικά τα εξής διλήμματα:

1. Την αύξηση των συντελεστών υπολογισμού του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων προκειμένου να εισπραχθεί το απαιτούμενο ποσό και συγκεκριμένα 2,65 δισ. ευρώ.

2. Να επιβληθεί ο φόρος σε περισσότερα ακίνητα προκειμένου να εισπράξει το ίδιο ποσό. Σημειώνεται ότι μόνο τα αγροτεμάχια εξαιρούνται από τον ΕΝΦΙΑ και αυτά όχι από τον κύριο φόρο αλλά από τον συμπληρωματικό. Αν και η συμφωνία με τους δανειστές προέβλεπε την ένταξη στον συμπληρωματικό φόρο (αθροίζεται και φορολογείται η ακίνητη περιουσία των ιδιοκτητών εφόσον αυτή ξεπερνάει τις 200.000 ευρώ) των αγροτεμαχίων, ωστόσο, εξαιρέθηκαν εξαιτίας της αδυναμίας της εφορίας να υπολογίσει την αξία τους. Βέβαια, η προσθήκη αυτή στο επικαιροποιημένο μνημόνιο δείχνει ότι είναι εξαιρετικά πιθανό στο πλαίσιο της αλλαγής του συστήματος υπολογισμού των αντικειμενικών αξιών να ενταχθούν τελικά και αυτά στον ΕΝΦΙΑ.

ΑΛΛΑΖΕΙ ΜΟΡΦΗ ΤΟ Ε3

Οπως προκύπτει από το κείμενο, τον Μάρτιο θα πρέπει να είναι έτοιμες και να έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή οι νέες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, οι οποίες αναπροσαρμόστηκαν τελευταία φορά το 2007 (το 2016 έγιναν οριζόντιες μειώσεις). Το σχέδιο που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους θεσμούς προβλέπει την εξίσωση των αντικειμενικών τιμών ζώνης των ακινήτων με τις εμπορικές τιμές. Στο πλαίσιο αυτό θα συγκροτηθούν μια ειδική ομάδα και ένα μόνιμο πληροφοριακό σύστημα για την αναπροσαρμογή τους.

Η ανωτέρω συμφωνία επί της ουσίας δείχνει ότι απορρίφθηκε το σχέδιο της κυβέρνησης για τη σύσταση 75 τοπικών επιτροπών σε όλη τη χώρα, οι οποίες θα αναλάμβαναν να καθορίσουν 10.000 τιμές ζώνης σε όλη την επικράτεια. Δεδομένου, όμως, ότι ο προσδιορισμός των τιμών θα γινόταν από διάφορες επαγγελματικές ομάδες και με αμφίβολα κριτήρια, ανάγκασε τους θεσμούς όπως φαίνεται να απορρίψουν το σχέδιο και να ζητήσουν τη σύσταση ειδικής επιτροπής η οποία και θα διαμορφώσει τις τιμές με ένα μόνιμο πληροφοριακό σύστημα.

ΚΑΘΥΣΤΕΡΕΙ Η ΕΚΤ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ

Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι όποια μείωση γίνει στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων θα αντισταθμιστεί από τις αυξήσεις που θα προκύψουν σε πολλές φθηνές περιοχές αλλά κυρίως από τις παρεμβάσεις στους φορολογικούς συντελεστές και κυρίως τον συμπληρωματικό φόρο ο οποίος επιβάλλεται σήμερα σε περισσότερους από 500.000 ιδιοκτήτες με ακίνητη περιουσία άνω των 200.000 ευρώ. Επίσης, το ίδιο στέλεχος εκτιμά ότι οι νέες αξίες θα «σβήσουν» από τον χάρτη τιμές της τάξεως των 600 και των 700 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, επισημαίνοντας ότι η ελάχιστη τιμή ζώνης θα προσεγγίσει τα επίπεδα των 1.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Σε πολλές συνοικίες του Λεκανοπεδίου όπως η Δραπετσώνα, τα Λιόσια, το Κερατσίνι, η Ελευσίνα, οι αντικειμενικές τιμές των ακινήτων αναμένεται να αυξηθούν ακόμη και πάνω από 20%-30%. Οι ανατροπές στις αντικειμενικές θα προκαλέσουν ντόμινο αυξήσεων σε 21 φόρους και τέλη που επιβαρύνουν τα ακίνητα.

Παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν ότι κατά μέσον όρο οι αντικειμενικές αξίες είναι μειωμένες έως και 40% από τις πραγματικές. Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις αγοραπωλησιών που η τιμή πώλησης ήταν κατά 70% κάτω από την αντικειμενική. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που συμπεριλαμβάνονται στο Μητρώο Αξιών Μεταβιβάσεων Ακινήτων, τα οποία δείχνουν την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, όπως επίσης και την αδυναμία υπολογισμού της τιμής ζώνης ανά περιοχή.