Οι αναγγελθείσες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις

 
Οι αναγγελθείσες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις

Ενημερώθηκε: 01/06/16 - 17:43

Αρθρογράφος: Θόδωρος Πανάγος

Φαίνεται ότι, η κοινωνία (και η Χώρα) πρόκειται να μπει σ' ένα νέο κύκλο αντιπαράθεσης για το γλωσσικό (μετά από δεκαετίες), ενδεχομένως για να ξεχάσουμε, έστω για λίγο, τα επώδυνα οικονομικά μέτρα.

Η ευκαιρία δίνεται με τις «επαπειλούμενες» (έτσι μοιάζει) μεταρρυθμίσεις στο χώρο της εκπαίδευσης. Χωρίς αμφιβολία, κάποιες μεταρρυθμίσεις ίσως είναι αναγκαίες, αλλά θα πρέπει να διακριθούν οι επεμβάσεις στο διαδικαστικό κομμάτι, από αυτές του ουσιαστικού ή από την ικανοποίηση πολιτικών εμμονών.

Έτσι, προτείνεται π.χ. η μείωση των ωρών διδασκαλίας της Αρχαίας γλώσσας, ως σημαντική μεταρρύθμιση. Είναι όμως; Το επιχείρημα ότι, οι νεοέλληνες πρέπει να διδάσκονται περισσότερο τη νέα Ελληνική από την Αρχαία, μοιάζει να είναι προβληματικό. Η Αρχαία δεν είναι νεκρή γλώσσα, όπως λόγου χάριν η Λατινική. Αποτελεί τη ριζική βάση της νέας Ελληνικής και το νοηματικό της πρόγονο και συνέχεια. Για όσους χρησιμοποιούν την έκφραση και τη γραφή ως κύριο μέσο επικοινωνίας και εργασίας, αυτό είναι προφανές, όσο και σαφές.

Αν δεν γνωρίζει ο Έλληνας τη μέθοδο, τις αρχές και τους κανόνες της Αρχαίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι γνωρίζει στοιχειωδώς τη Νέα. Η συνήθης δυσκολία (και μάλλον αποτυχία) στο μάθημα της Έκθεσης είναι απόδειξη των παραπάνω. Τελικά, ας περιορίσουν ώρες από άλλα μαθήματα, λιγότερο χρήσιμα, από το να μειώνουν τις ώρες της Αρχαίας. Στο δυτικό κόσμο, η Αρχαία Ελληνική είναι βασικό κλασικό μάθημα και ολοένα και περισσότερος χρόνος διατίθεται για τη διδασκαλία της. Είναι από μόνη της «μαθηματική» γλώσσα και διδάσκει ένα τρόπο σκέψης, αλλά και ζωής.

Η μεταρρύθμιση στο μάθημα των θρησκευτικών είναι ένα άλλο πρόβλημα. Η θέση της Αριστεράς στο ζήτημα αυτό ήταν ξεκάθαρη από χρόνια. Ωστόσο, μια κυβερνώσα Αριστερά δεν μπορεί να εισάγει εφαρμογές που δεν ανταποκρίνονται στη θέση της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας. Στο ζήτημα υπάρχουν δυο διαστάσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με την ελευθερία της θρησκευτικής πεποίθησης που είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη. Μέχρι τώρα και σε μεγάλο βαθμό, μια μορφή τέτοιας ελευθερίας ήταν διασφαλισμένη, αφού οι αλλόδοξοι και αλλόθρησκοι δεν ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα «ορθόδοξα» θρησκευτικά. Αν δεν είναι επαρκής αυτή η πρακτική, ας μεταβληθεί. Ωστόσο, τα Ελληνόπουλα γιατί πρέπει να στερούνται γνώσεων πάνω στη θρησκευτική τους ομολογία; Επειδή βαπτίσθηκαν βρέφη και δεν είχαν δικαίωμα επιλογής; Τότε, η «αριστερή» Πολιτεία, ας ακυρώσει κι αυτή την τέλεση του μυστηρίου!

Η πολυπολιτισμικότητα που οι Ευρωπαίοι επιχείρησαν (και που φαίνεται ότι αποτελεί το σκεπτικό της μεταρρύθμισης) μοιάζει να έχει αποτύχει και τα τελευταία περιστατικά μάς το επιβεβαιώνουν. Όχι επειδή φταίνε οι Ευρωπαίοι, αλλά επειδή οι πιστοί τρίτης θρησκείας (ιδίως του Ισλάμ) δεν την αποδέχθηκαν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες που ζουν. Οι αναγγελθείσες μεταρρυθμίσεις στη γλώσσα και τα θρησκευτικά πρέπει να τύχουν της έγκρισης της συντριπτικής πλειοψηφίας των Πολιτών και όχι των σκέψεων ενός μόνο υπουργού ή των «απωθημένων» αδυναμίας εκμάθησης της Αρχαίας γλώσσας στο καιρό του σχολείου.

Το ζήτημα είναι αρκούντως σοβαρό για να το αποφασίσει μια μόνο κοινοβουλευτική πλειοψηφία.