Στην έκφραση του πρωθυπουργού για «πατριώτες της φακής» αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης σε συνέντευξή του στον τ/σ του ΣΚΑΪ.
Σε ερώτηση σχετικά με την «επίθεση του κ. Μητσοτάκη χθες το βράδυ στους ”πατριώτες της φακής”», ο κ. Μαρινάκης επισήμανε πως ο πρωθυπουργός δεν κρύφτηκε «πίσω από κάποια ανώνυμη καταγγελία, ούτε απέφυγε να προσωποποιήσει αυτούς στους οποίους απευθυνόταν. Αναφέρεται ευρύτερα στον χώρο της άκρας Δεξιάς στη χώρα και βέβαια σε κάποια μέσα, τα οποία προσπαθούν να καλλιεργήσουν μία πολύ επικίνδυνη και άδικη, σε σχέση με τις επιτυχίες της χώρας, προπαγάνδα, για τα εθνικά θέματα».
Διευκρινιστικά τόνισε πως «υπάρχει ένα αφήγημα, που το αναπαράγουν, με διαφορετικές διατυπώσεις κάθε φορά, όλα, μηδενός εξαιρουμένου τα κόμματα, που βρίσκονται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατία, την άκρα Δεξιά δηλαδή, με βάση και τις επιλογές τους στο Ευρωκοινοβούλιο» και προέθεσε: «Όπου η Ελλάδα ”πάει να κάνει κάτι μεταξύ προδοσίας, ενός κρυφού σχεδίου”, κάτι το οποίο, με βάση αυτά τα οποία έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια, είναι εντελώς αντίθετο με την πραγματικότητα.
Γιατί ξέρετε, τα λόγια έχουνε πολύ μικρή αξία μπροστά στις πράξεις. Υπενθύμισε λοιπόν ο πρωθυπουργός, τι έχει κάνει η κυβέρνηση, τι έχει κάνει ο ίδιος, σε αυτό που λέμε ευρύτερα εξωτερική πολιτική, άμυνα, οχύρωση της χώρας. Ποια άλλη κυβέρνηση, επέκτεινε, από 6 στα 12 ναυτικά μίλια, έκανε την επέκταση στο Ιόνιο; Ποια άλλη κυβέρνηση υπέγραψε όπως αυτή, δύο ΑΟΖ – και μάλιστα με την Αίγυπτο έχει και ξεχωριστή σημασία; Ποια άλλη κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε τέτοια εξοπλιστικά προγράμματα, Rafale, Belharra, προχωράμε στα F-35.
Ποια άλλη κυβέρνηση τα έχει κάνει αυτά; Και πάμε και στον διάλογο με την Τουρκία. Και εδώ είναι ο ορισμός του ψευτοπατριωτισμού. Λένε κάποιοι, κανένας διάλογος, καμία συνομιλία, καμία τέτοια διαδικασία. Και ρωτώ εγώ, το είπα και χθες, το επαναλαμβάνω και σήμερα, να μου βρει κάποιος μισή δήλωση κυβερνητικού στελέχους, από τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Εξωτερικών ή οποιοδήποτε άλλο κυβερνητικό στέλεχος, που να υπονοεί έστω, υποχωρητικότητα. Να μας πουν έστω και μια φορά, που κατά συνέχεια, όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, έχουμε πει κάτι άλλο, από το ότι έχουμε μόνο μια διαφορά με την Τουρκία, τον καθορισμό ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας και πόσες φορές έχουμε τονίσει ότι δεν πρόκειται να βάλουμε στο ζύγι, ποτέ, στη συζήτηση, ζητήματα κυριαρχίας. Πάρα πολλές φορές το έχουμε κάνει αυτό».
Το Κυπριακό
Τόνισε επιπλέον πως «έχουμε και εμείς την πολύ μεγάλη υποχρέωση, ειδικά όταν μιλάμε για εθνικά θέματα, να λέμε στους πολίτες την αλήθεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν σεβόμαστε. Ο σεβασμός είναι κάτι διαφορετικό. Το ”υποχρέωση μας για απάντηση”, είναι επίσης κάτι σημαντικό. Και θα σας πω κάτι. Εγώ θέλω να σταθώ λίγο στο θέμα της Κύπρου, γιατί διάβαζα και δημοσιεύματα από τον κυπριακό Τύπο, σήμερα το πρωί. Κατά παραδοχή -και μάλιστα με επανειλημμένες δηλώσεις- του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του κ. Χριστοδουλίδη, η Ελλάδα ταυτίζεται, όπως πάντοτε, όχι μόνο τώρα, διαχρονικά με την Κύπρο στη θέση μας για το Κυπριακό. Είναι εθνική θέση η λύση του Κυπριακού επί τη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Άρα, Ελλάδα και Κύπρος πορεύονται μαζί. Όποιος, λοιπόν, λέει ότι επιχειρείται ”προδοσία”, είναι σαν να λέει ότι θέλει η Κύπρος να προδώσει τον εαυτό της».
Σε συμπληρωματική ερώτηση περί των δηλώσεων του κ. Σαμαρά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε: «Η ίδια η Κύπρος έχει πει, δια του Προέδρου της, ότι η διαδικασία διαλόγου μας με την Τουρκία – ο διάλογος δεν σημαίνει υποχώρηση, το αντίθετο – έχει συμβάλει στην επανέναρξη, έστω και σε άτυπο επίπεδο των συζητήσεων για το Κυπριακό. Δεν το λέω εγώ αυτό, δεν το λέει ο πρωθυπουργός αυτό -το λέμε και εμείς-, το λέει η Κύπρος… Εμείς δεν θα μπούμε ποτέ σε μια διαδικασία, να μπούμε σε μια διαμάχη με έναν άνθρωπο ο οποίος έχει ηγηθεί της παράταξης και της χώρας – σεβόμενοι πλήρως τη διαδρομή του και τις απόψεις του οι οποίες είναι γνωστές.
Όμως, έχουμε υποχρέωση – υπάρχουν κάποια όρια και αυτά τα όρια έχουν να κάνουν με ζητήματα εθνικής σημασίας… Εγώ έχω ένα καθήκον -εκ της θέσεως μου- να προβάλω στον κόσμο την πραγματικότητα. Και θέλω κάθε φορά που το κάνω αυτό να μιλάω με πράξεις. Όλα αυτά που σας είπα δεν είναι πράγματα που θα γίνουν. Είναι πράγματα που έχουν γίνει. Και ναι, για να πάμε και σ’ ένα θέμα το οποίο συνδέεται πολύ με τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, το μεταναστευτικό, κάθε φορά που βγαίνουμε εκτός Ελλάδος και βλέπουμε τι λένε στην Ευρώπη για τις άλλες χώρες για το μεταναστευτικό και τι συζητάμε στην Ελλάδα, αυτή η πολιτική, η φύλαξη των συνόρων, οι διαφορετικές διαδικασίες απονομής ασύλου, η ρητορική μας εκτός συνόρων, έχει οδηγήσει μια Ελλάδα, που είχε πιεστεί και είχε φτάσει να έχει 93.000 διαμένοντες, να έχει 23.000.
Αυτά όλα δεν θα τα χαρίσουμε σε καμία άκρα Δεξιά όχι γιατί είναι κάποιο γινάτι. Είναι γιατί όλα αυτά είναι αποτέλεσμα μιας επιτυχούς πολιτικής. Κάποιοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση στον Έβρο και αναφέρομαι στις γυναίκες και τους άντρες των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων. Κάποια κυβέρνηση -όχι τυχαία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη άλλαξε τη διαδικασία ασύλου. Από τις 130 δομές πήγαμε στις 30. Ανάσαναν, ανέπνευσαν τα νησιά. Αυτά έγιναν αυτά τα χρόνια».
Ο κ. Μαρινάκης είπε επίσης όπως και πάρα πολλές φορές έχει επαναλάβει, ότι «ένας πρώην πρωθυπουργός έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση και ως προς την ψήφο του στο ελληνικό Κοινοβούλιο και ως προς τη διατύπωση των απόψεων του» και συμπλήρωσε: «Υπάρχει όριο ως προς την προπαγάνδα από κάποια μέσα. Υπάρχει όριο ως προς το τι μπορεί να προσάψει κανείς σε μια κυβέρνηση.
Δημοκρατία έχουμε, ό,τι θέλουμε λέμε, αλλά η αντίδραση μας θα είναι πολύ πιο έντονη όταν κάποιος προσπαθεί έναν υπουργό Εξωτερικών, όπως τον κ. Γεραπετρίτη, που νομίζω ότι με τις ενέργειές του ενισχύει τη χώρα, ισχυροποιεί τη χώρα, να τον λένε κάτι μεταξύ ”ενδοτικού” και ”προδότη”. Αυτά είναι αδιανόητα και όταν ειδικά είναι ένας υπουργός Εξωτερικών, που μόνο θετικά μπορεί να πει κανείς ότι έχει κομίσει στη χώρα».