Σκληρή επίθεση στον μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, Γαβριήλ εξαπέλυσε ο η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων για τις «καινοφανείς θέσεις» που διατύπωσε και αφορούν τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε εκφράζει τη βαθιά της λύπη, «για τις παράδοξες, για Ορθόδοξο Ιεράρχη, θέσεις, που εξέφρασε, δημοσίως, ο Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ για τον χαρακτήρα και τη θέση του Μαθήματος των Θρησκευτικών στο ελληνικό σχολείο. Ακούσαμε να εκφράζει, σε διαδικτυακό διάλογο που είχε με μαθητές, τις απόψεις του για το Μαθήματος των Θρησκευτικών, οι οποίες μας ξενίζουν και μας απογοητεύουν ως Θεολόγους».
Αφορμή για την αντίδραση των θεολόγων αποτέλεσε οι θέση που εξέφρασε ο κ.Γαβριήλ σε διαδικτυακό διάλογο με τους νέους όπου τόνισε : «Τα Θρησκευτικά δεν έχουν χαρακτήρα να σας μάθουν για Τον Χριστό. Έχουν χαρακτήρα και στόχο να μάθετε την έννοια των θρησκειών… Δεν είναι κατήχηση με την έννοια ότι μας μαθαίνει τι σημαίνει Ορθόδοξη Εκκλησία. Μας μαθαίνει και την Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά κυρίως απ’ όλα, πρέπει να μας μάθει πως οι θρησκείες στη ζωή μας είναι απαραίτητες, για να μπορέσουμε να συνυπάρχουμε με αυτά τα θρησκευτικά πράγματα στη ζωή μας. Είναι άλλο η Εκκλησία και είναι άλλο το μάθημα των Θρησκευτικών. Είναι δυο διαφορετικά πράγματα».
Όπως υποστηρίζουν οι θεολόγοι «είναι αυτές ακριβώς οι θέσεις, που διαχωρίζουν και απομακρύνουν το Μαθήματος των Θρησκευτικών και τους μαθητές που το διδάσκονται από την Εκκλησία, αποτελούσαν τον βασικό άξονα των Πολυθρησκειακών Προγραμμάτων Σπουδών και των Βιβλίων του 2016 και 2017, που απορρίφτηκαν και ακυρώθηκαν τόσο από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) όσο και από την Ελληνική Κοινωνία και την Εκκλησία; (Βλ. τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Μάρτιο του 2016 και την Επιστολή του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου προς τον Πρωθυπουργό και τους πολιτικούς Αρχηγούς, τον Σεπτέμβριο του 2016). Δεν γνωρίζει ο Σεβασμιώτατος τις αποφάσεις του ΣτΕ ή τις γνωρίζει και δεν τις ασπάζεται;».
Οι θεολόγοι τον κατηγορούν ότι ο κ.Γαβριήλ δείχνει να αμφισβητεί:
-Τη διαβεβαίωση που έδωσε, ως νεοεκλεγείς Μητροπολίτης, κατά την καθιερωμένη τελετή, ενώπιον του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι θα εκπληροί τα Αρχιερατικά του καθήκοντα, ότι θα τηρεί τους Ιερούς Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνες και τις Ιερές Παραδόσεις και ότι θα υπακούει στο Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους.
-Τη «συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητος», διότι, σύμφωνα με το ΣτΕ, τέτοιες απόψεις βρίσκονται στην ίδια κατεύθυνση με τις θέσεις των Προγραμμάτων που ακυρώθηκαν και οι οποίες στερούν «από τους μαθητές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται, αποκλειστικώς, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει, για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, τη δυνατότητα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα της πίστεώς τους (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών), μάλιστα δε, από δασκάλους προτεινόμενους από την οικεία θρησκευτική κοινότητα».
-Τον Εκπαιδευτικό Νόμο για τη δομή και τη λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με τον οποίο ορίζεται ότι ο σκοπός της εκπαίδευσης είναι να υποβοηθεί τους μαθητές, όπως, εκτός των άλλων, να «διακατέχονται από πίστη στην πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης».
Tέλος, τονίζουν ότι «προκαλεί απογοήτευση το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τα λεγόμενά του, φαίνεται ότι, γι’ αυτόν, στόχος του Μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία δεν είναι η σπορά και η βίωση των σωτήριων και φιλάνθρωπων αληθειών του Χριστού στις ψυχές των μαθητών και, μέσω αυτών, η βελτίωση των όρων συνύπαρξης και συμβίωσης των ανθρώπων και των λαών, αλλά η σπορά του λόγου των Θρησκειών, τις οποίες θεωρεί, όπως ο ίδιος λέει και εννοεί, κυρίως απ΄όλα απαραίτητες στη ζωή μας και στη δόμηση του τρόπου συνυπάρξεώς μας»