Δεν επιτρέπονται ψευδαισθήσεις εν όψει της έναρξης των νέων διερευνητικών συνομιλιών την Δευτέρα. Όχι φυσικά στους αρμοδίους -οι οποίοι σίγουρα δεν διαθέτουν την «ευφυΐα» του Γιώργου Παπανδρέου, που επιχειρούσε να σαγηνεύσει τον Ίσμαελ Τζεμ ως ζεϊμπέκης- αλλά στους πολίτες.
Η ανάπαυλα, μετά τις παρατεταμένες προκλήσεις που προηγήθηκαν, οφείλεται στην διάθεση της Τουρκίας και των αφανών αλλά πασίδηλων φίλων της να σώσουν τα προσχήματα μέχρι τον νέο γύρο των προκλήσεων.
Γιατί ένα πράγμα σίγουρο, η Τουρκία δεν υπάρχει περίπτωση να δείξει ελαστικότητα όσον αφορά την ευθεία αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στην θάλασσα αλλά και σε αρκετά νησιά και βραχονησίδες.
Ανεξαρτήτως ηγεσίας, η Άγκυρα έχει χαράξει πορεία ανάδυσης εκ νέου της αυτοκρατορίας της, όχι ως Οθωμανικής αλλά ως Τουρκικής αυτή την φορά.
Η ανάπαυλα οφείλεται στο γεγονός της αλλαγής ηγεσίας των ΗΠΑ. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να έχουμε ιδιαίτερες προσδοκίες. Το κύριο ενδιαφέρον των ΗΠΑ –ιδιαίτερα μετά την αποτυχία των τυχοδιωκτικών επεμβάσεων τους στην Μέση Ανατολή- είναι η σταθερή πρόσδεση της Τουρκίας στο άρμα του ΝΑΤΟ.
Η προμήθεια των S400 είναι το γεγονός που ενόχλησε αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα ξεπεραστεί με τα κατάλληλα ανταλλάγματα.
Σε αυτήν την περίπτωση στα «ανταποδοτικά οφέλη» για την γείτονα πιθανότατα θα περιλαμβάνεται και τμήμα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Οφείλεται όμως η προσωρινή ύφεση και στην επιθυμία της Γερμανίας –και άλλων «ξεφωνημένων εταίρων»- να εξασφαλίσει άλλοθι, για την μη επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας εκ μέρους της Ε.Ε..
Δεν θα πρέπει μάλιστα να εκπλαγούμε αν τον Μάρτιο αντί για κυρώσεις προταθούν και επιπλέον «μπαξίσια», ως επιβράβευση. Όσο τα οικονομικά συμφέροντα, κυρίως του Γερμανικού κεφαλαίου, είναι τοποθετημένα στην Τουρκία, κυρώσεις γιοκ.
Δεν υπάρχει πιθανότητα η Τουρκία να είναι ελαστική έναντι αυτών τα οποία θεωρεί ότι έχει κατοχυρώσει το προηγούμενο διάστημα. Όπως γκριζάρισε τα Ίμια, -έχει εμπεδωθεί 25 χρόνια μετά στην συνείδηση όχι μόνο των ξένων αλλά και την δική μας το καθεστώς- έτσι επιδιώκει να γκριζάρει θαλάσσιες ζώνες αλλά και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα σε άλλα νησιά.
Πόσο μάλλον που, την ίδια περίοδο, όπως γράφει ο Ιορδανίδης στην Καθημερινή, διάφοροι «πολυπράγμονες του επιτελικού κράτους» και κάποιοι «επίκουροι ειδήμονες» περί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής δημιουργούν σύγχυση και καλλιεργούν ψευδαισθήσεις.
Δεν υπάρχει πιθανότητα να αποδεχθεί ως μόνες διαφορές αυτά που προτείνει η χώρα μας, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, ούτε επομένως την διαδικασία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Αυτό που καταλαβαίνει η Τουρκία είναι -φυσιολογικά έξω από ρομαντισμούς- η «επιχειρηματολογία» όχι του δικαίου αλλά της δύναμης.
Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. έχουν την δυνατότητα να την συνετίσουν. Αλλά αυτές είναι δεδομένο ότι περί άλλα τυρβάζουν. Ακόμα και αυτοί που εμφανίζονται τώρα ως σύμμαχοί μας όταν αλλάξει ο άνεμος κατεύθυνση θα στραφούν αλλού ή θα σφυρίζουν αδιάφορα. Όπως έγινε στη Μικρά Ασία.
Επομένως, το μόνο που μας απομένει, δίχως να παραμελούμε την διαμόρφωση συμμαχιών -αλλά και την αφύπνιση της κοινής γνώμης όχι μόνο της Ελληνικής αλλά και της Ευρωπαϊκής- είναι να οπλιστούμε με αποφασιστικότητα και δύναμη.
Από μας εξαρτάται η υπεράσπιση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Οφείλουμε ταυτοχρόνως να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα. Η έναρξη των συνομιλιών δεν σημαίνει τίποτα. Η Τουρκία είναι σαν τον βόα που, όταν χωνεύει μένει ακίνητος.