Υψηλοί τόνοι επικράτησαν στο Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο που δικάζει την υπόθεση Τοπαλούδη, μετά την άφιξη εντός του δικαστηρίου του σύμβουλου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας Γιώργου Κλεφτοδήμου.
Ο κ. Κλεφτοδήμος ζήτησε από την Έδρα τον λόγο -σε συνέχεια της ανακοίνωσης του προέδρου της ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας Δημήτρη Βερβεσού που ζητά πειθαρχικό έλεγχο της εισαγγελέως του Δικαστηρίου- για να διαμαρτυρηθεί, όπως είπε, για όσα ανέφερε η κ. Δόγκα στην αγόρευση της για το ρόλο των δικηγόρων.
Έχοντας στο χέρι του την ανακοίνωση του κ. Βερβεσού, ο κ. Κλεφτοδήμος ανέφερε ότι οι εκφράσεις της εισαγγελέως «προσβάλλουν ευθέως και συλλήβδην όλους τους δικηγόρους».
Η πρόεδρος επιχείρησε να επιβάλει την τάξη επισημαίνοντας στον σύμβουλο ότι δεν έχει τον λόγο και ότι «υπάρχουν άλλα τμήματα για να εκφράσετε τα παράπονά σας, δεν είναι εδώ ο κατάλληλος τόπος».
Ο κ. Κλεφτοδήμος της απάντησε «εκφράζω τις διαμαρτυρίες μου για τις αποστροφές της κυρίας εισαγγελέως».Η εισαγγελέας ζήτησε αμέσως τον λόγο αναφέροντας πως θα προχωρήσει σε δήλωση αποχής.
Στο ακροατήριο σημειώθηκε ένταση με κάποιους από τους παρευρισκόμενους, όπως ο κ. Τοπλαούδης, να διαμαρτύρονται φωναχτά για την παρουσία του κ. Κλεφτοδήμου στην αίθουσα.
Η πρόεδρος ζήτησε αμέσως να αποχωρήσουν από το δικαστήριο όσοι φωνάζουν και έδωσε προσωρινή διακοπή της διαδικασίας.
Η είσοδος του συμβούλου στην αίθουσα έγινε την στιγμή που ολοκληρώνονταν οι αγορεύσεις των συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής ώστε να ξεκινήσουν εκείνες της υπεράσπισης.
Εντολή να μην προβεί σε δήλωση αποχής έλαβε από τον προϊστάμενό της η εισαγγελέας
Εντολή να παραμείνει στην Έδρα του ΜΟΔ έλαβε από τον προϊστάμενό της η εισαγγελέας Αριστοτελία Δόγκα, όπως δήλωσε η ίδια κατά την επανάληψη της διαδικασίας.
Το δικαστήριο επανήλθε στην Έδρα μετά την ολιγόλεπτη διακοπή λόγω έντασης που προκλήθηκε από την παρέμβαση συμβούλου του ΔΣΑ, με την πρόεδρο να ζητά από τους δικηγόρους να παραμείνουν με τις τοποθετήσεις τους μόνο στα ζητήματα της δίκης.
Η εισαγγελέας ενημέρωσε το δικαστήριο ότι επικοινώνησε με τον προϊστάμενό της στον οποίο δήλωσε την πρόθεση της να δηλώσει αποχή, θέμα για το οποίο, όπως είπε, έλαβε αρνητική απάντηση. Η εισαγγελέας είπε ότι η εντολή του προϊσταμένου της ήταν να παραμείνει στη θέση της.