Κάποτε οι Ελληνίδες μάνες γεννούσαν και μεγάλωναν γιους και κόρες που ήξεραν να υψώνουν με περηφάνια το βλέμμα τους ψηλά, να χτυπούν τα στήθια τους με ορμή και να φωνάζουν "ΟΧΙ", κοιτώντας στα μάτια το άδικο, τον κατακτητή, τον τύραννο... Δεν τους ταίριαζε ο θάνατος γιατί τον είχαν κερδίσει ήδη με μία θέση άσβεστη στην αιωνιότητα. Το Έπος του 1940 δεν το έγραψαν οι περισπούδαστοι, αλλά τα απλά παλικάρια και οι απλές κόρες των αγρών και των περήφανων βουνών μας. Το έγραψαν άνθρωποι όπως εμείς, με μία διαφορά όμως...
Κατάφεραν και έγραψαν το Έπος με μελάνι το ίδιο τους το αίμα, γιατί μεγάλωσαν να λένε "ΟΧΙ", μεγάλωσαν να μην σκύβουν το κεφάλι και να είναι περήφανοι Έλληνες...
Σήμερα, η γενιά του "ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ" καλείται για άλλη μία χρονιά να γιορτάσει το "ΟΧΙ" αυτών των τόσο ωραίων Ελλήνων, όχι τόσο μακρινών σε χρόνια από εμάς, αλλά τόσο μα τόσο μακριά σε ήθος και ύφος από εμάς... την γενιά του "ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ"...
Κάποτε, οι Έλληνες ένιωθαν ακόμα ελεύθεροι άνθρωποι... Όταν έλεγαν τότε «ΟΧΙ» το εννοούσαν, το βροντοφώναζαν και έβαζαν τους εχθρούς τους να δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα και το μεγαλείο των ελεύθερων και αξιοπρεπών ανθρώπων, όπως εκείνοι ήταν, παρά τις συνέπειες.
Κάποτε, υπήρχαν Έλληνες λοιπόν που όσο και αν θέλουν οι πολιτικοί και οι "πνευματικοί" και οι "γραμματιζούμενοι" να ξεχάσουμε ότι υπήρξαν, αντιμετώπισαν την "κάθοδο των μυρίων" αυτή τη φορά από τη ναζιστική Γερμανία στα νέα Δερβενάκια, στις νέες Θερμοπύλες ...στην οχυρωματική γραμμή Ρούπελ.
Στις 6 Απριλίου 1941 οι υπερασπιστές της Πατρίδας μας αντιμετώπιζαν τον πιο αιμοδιψή και αιμοσταγή δικτάτορα που γνώρισε ποτέ η Οικουμένη. Στάθηκαν αγέρωχα απέναντι στην τελειότερη πολεμική μηχανή που εξαπολύθηκε ποτέ εναντίον ελεύθερων ανθρώπων και της έδωσαν την πιο αξέχαστη απάντηση που κάνει την καρδιά ακόμα να φλέγεται από σεβασμό και λησμονιά...
Ένα τέτοιο παλικάρι της διπλανής πόρτας, ένας απλός έφεδρος Λοχίας του Πεζικού, θέρισε την αφρόκρεμα του ναζιστικού στρατού, το Σύνταγμα Εντελβάις και κέρδισε την θέση στο Πάνθεον των ηρώων μας, δίπλα, στο Αχιλλέα τον Μυρμιδώνα, δίπλα στον Λεωνίδα στον Λακεδαιμόνιο, δίπλα στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Γέρο του Μοριά και δίπλα στον Γεώργιο Καραϊσκάκη, τον γιο της καλογριάς...
Κατά τη διάρκεια της μάχης της Ομορφοπλαγιάς η ελίτ των Γερμανών στρατιωτών, οι ορεινοί τους καταδρομείς βιώνουν την κόλαση από το πολυβόλο του έφεδρου Λοχία, από τα Άνω Πορόϊα Σερρών, Δημήτριου Ίτσιου. Αποτέλεσμα, έως και 232 νεκροί Γερμανοί Ναζί από δύο στρατιώτες και τον έφεδρο Λοχία στο πολυβολείο Π8 που παραδόθηκε μόνο, όταν τελείωσαν οι 38.000 σφαίρες του, τα 38.000 καυτά του «ΟΧΙ»!
Οι Γερμανοί έχασαν εκείνη την ημέρα μόνο από τον Ίτσιο, περισσότερους άντρες από όσους έχασαν κατά την κάθοδό της από την Γιουγκοσλαβία και τους περισσότερους άντρες που έχασαν μέχρι τότε μόνο μέσα σε μία ημέρα και σε μία μάχη...
Ο επικεφαλής Γερμανός αξιωματικός σε άπταιστα Ελληνικά ζητά τον αρχηγό του φρουρίου Π8. Η σκηνή που ακολουθεί, ζωντανεύει, χωρίς υπερβολή, την Αλαμάνα με το Διάκο της πάνω στα Μακεδονικά βουνά. Ευθυτενής, με αγέρωχη αξιοπρέπεια χωρίς ίχνος πρόκλησης και ανόητης επίδειξης, κάνει ο Ίτσιος δυο – τρία βήματα μπροστά, χαιρετά στρατιωτικά τον Γερμανό Αξιωματικό και με σταθερή φωνή αναφέρει:
- «Ίτσιος Δημήτριος, Λοχίας πεζικού».
Ξαφνιάζεται ο άλλος. Στα μάτια του εύκολα θα μπορούσε να διακρίνει κανείς το θαυμασμό του για το παλληκάρι.
- «Συγχαρητήρια λοχία. Με τη γενναιότητά σου ζωντάνεψες εδώ πάνω, σε τούτα τα βουνά, την πανάρχαια ιστορία των προγόνων σου».
Αμέσως μετά του κάνει νεύμα να τον ακολουθήσει. Τον οδηγεί στο ξέφωτο μπροστά από το πολυβολείο, και δείχνοντας του τις δεκάδες των πτωμάτων των στρατιωτών του – που έφτασαν τους 232 νεκρούς – του λέει:
- «Αυτό που βλέπεις λοχία είναι έργο δικό σου».
Ο Ίτσιος γαλήνιος σαν όλους τους πραγματικούς ήρωες απαντά λακωνικά:
- «Έπραξα το καθήκον μου».
- «Εσύ έπραξες το καθήκον σου. Τώρα η σειρά μου να «εκτελέσω» κι εγώ το δικό μου καθήκον».
Και μπροστά στα έκπληκτα μάτια των δύο Ελλήνων, αλλά και των Γερμανών στρατιωτών, βγάζει το πιστόλι του και στυλώνοντάς το στον κρόταφο του παλληκαριού τον εκτελεί εν ψυχρώ. Ήταν ο πρώτος νεκρός της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα.
Ήταν ένας σύγχρονος Λεωνίδας και όσο και αν επιμένουν κάποιοι να ξεχάσουμε ποιοι ήταν πατεράδες, οι παππούδες μας και ποιοι πρέπει να γίνουμε εμείς, δεν θα το καταφέρουν! Πάντα θα υπάρχουν μάνες που θα γεννούν σε τούτον τον ελεύθερο τόπο ανθρώπους σαν το παλικάρι Δημήτριο Ίτσιο και πάντα αυτό το χώμα θα ζητάει το αίμα τους για να ξεδιψάσει το δέντρο της Ελευθερίας, το οποίο έχουμε ξεχάσει με τον καιρό πως δεν χαρίζεται και όπως λέει ο ποιητής «θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους»!
Κάθε τι άλλο είναι υποτέλεια και σκλαβιά! Εμείς, όπως και πριν και πάντοτε, έχουμε απλά το δικαίωμα της επιλογής ή μήπως τελικά ...«ΟΧΙ»;
Σχετικά Θέματα:
Επαφές Ελλάδας-Αλβανίας επιτέλους για την ταφή των ηρώων του Αλβανικού Μετώπου 76 χρόνια μετά!