Τα ξημερώματα μετά από μία σκληρή διπλωματική μάχη, η αυλαία της Διάσκεψης για το Κυπριακό στο Κραν Μοντάνα έπεσε. Η αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας στο θέμα της παραμονής των τουρκικών στρατευμάτων και η άκαμπτη εμμονή της στη διατήρηση του παρεμβατικού δικαιώματος επέμβασης και των εγγυήσεων για τουλάχιστον 15 χρόνια μέχρι την επανεξέτασή τους ήταν από τους βασικούς λόγους που οδήγησαν τις διαπραγματεύσεις στο αδιέξοδο.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας είχε αφεθεί να διαφανεί ότι υπήρχαν ορισμένες συνθήκες ακόμα και για μια συνάντηση των πρωθυπουργών της Ελλάδας της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου στην Νέα Υόρκη την επόμενη εβδομάδα εφόσον η Τουρκία έδινε δεσμεύσεις ότι θα δεχόταν να εγκαταλείψει τα παρεμβατικά της δικαιώματα και τις εγγυήσεις. Αυτό στην πράξη δεν αποδείχτηκε καθώς μετά από έντονες ώρες συζητήσεων ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε στενή συνεργασία με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας και μετά από οδηγίες του Έλληνα πρωθυπουργού ζήτησε να έχει γραπτώς τις προτάσεις της Τουρκίας ως προς το μέλλον της Συνθήκης Εγγυήσεων και παρεμβατικών δικαιωμάτων.
Παρά την αντίθετη αίσθηση που είχε μέχρι τα ξημερώματα δημιουργηθεί, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, όταν ερωτήθηκε επίμονα από τον Ν. Κοτζιά, παραδέχτηκε ότι η Τουρκία δεν επρόκειτο να συναινέσει στην κατάργηση των παρεμβατικών δικαιωμάτων και των εγγυήσεων της χώρας του επί της Κυπριακής Δημοκρατίας, τονίζοντας ότι και τα δύο θα διατηρούνταν για τουλάχιστον 15 χρόνια, όταν θα μπορούσε να γίνει μια αναθεώρησή τους, θέση που απορρίφθηκε άμεσα από την Ελλάδα και την Κύπρο.
Συμφωνία δεν υπήρχε ούτε ως προς την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, τις εδαφικές αναπροσαρμογές αλλά και ως προς την απαίτηση της Τουρκίας, οι Τούρκοι πολίτες να έχουν στην Κύπρο ισότιμη μεταχείριση με τους Έλληνες που είναι πολίτες κράτους-μέλους της ΕΕ. Ο κ. Κοτζιάς με μήνυμά του στο twitter τα ξημερώματα ανέφερε ότι «δεν ήταν δυνατό να γίνουν αποδεκτά παρεμβατικά δικαιώματα Τουρκίας σε όλη τη Μεγαλόνησο. Το όνειρο και σχέδιο λύσης του Κυπριακού παραμένει ανοικτό». Σε ενημέρωση που έκανε μετά το πέρας των συνομιλιών σε Έλληνες και Κύπριους δημοσιογράφους εξέφρασε τη βούλησή της Ελλάδας να συνεχίσει να εργάζεται με όλες της τις δυνάμεις για την εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης ώστε η Κύπρος να γίνει ένα φυσιολογικό κράτος χωρίς εγγυήσεις και κηδεμόνες. Διατύπωσε δε την ικανοποίησή του για την άψογη συνεργασία με την ηγεσία της Κύπρου και εξέφρασε την εκτίμησή του για τις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.
Την λύπη του εξέφρασε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κύπρου, Νίκος Χριστοδουλίδης, ενημερώνοντας τους δημοσιογράφους, «Δυστυχώς» δήλωσε «δεν υπήρξε αποτέλεσμα από την παρούσα προσπάθεια λόγω της εμμονής της τουρκικής πλευράς για συνέχιση της συνθήκης των εγγυήσεων και των παρεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας, καθώς επίσης και της παραμονής των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο. Πέρα από την ασφάλεια και τις εγγυήσεις οι τουρκικές θέσεις που εκφράστηκαν για το υπόλοιπο των κεφαλαίων όχι μόνο ξεφεύγουν από το πλαίσιο του ΓΓ αλλά ήταν τέτοιες που σε καμία των περιπτώσεων δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές».
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, επισήμανε ο κ. Χριστοδουλίδης ότι «από την πρώτη μέρα της παρουσίας του στο Κραν Μοντάνα υπέβαλε συγκεκριμένες και περιεκτικές προτάσεις στη βάση και των ιδεών του ΓΓ έτσι ώστε αν γίνονταν αποδεκτές να ανοίξει ο δρόμος για μία συνολική λύση του Κυπριακού. Συγκεκριμένες γραπτές προτάσεις, οι οποίες αντιμετώπιζαν και τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων χωρίς να παραγνωρίζουν τις ανησυχίες της ελληνικής κοινότητας».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κύπρου εξήρε σε αυτό το σημείο την στάση της Ελλάδας, τονίζοντας ότι «συγκεκριμένες γραπτές προτάσεις για τις εγγυήσεις και την ασφάλεια υπέβαλε και η ελληνική κυβέρνηση η οποία κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Κραν Μοντάνα παρουσιάστηκε με εποικοδομητική διάθεση και προσέγγιση για να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα».
«Μέσα σε αυτό το πλαίσιο» πρόσθεσε ότι «ο πρόεδρος της Δημοκρατίας επιθυμεί να εκφράσει την ικανοποίησή του για την άριστη συνεργασία τόσο με το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών που βρισκόταν στο Κραν Μοντανα όλες αυτές τις μέρες, όσο και τον Έλληνα πρωθυπουργό με τον οποίο ήταν σε συνεχή επαφή». «Το αποψινό αποτέλεσμα» επισήμανε ο κ. Χριστοδουλίδης «δεν είναι σε καμία απολύτως περίπτωση μια θετική εξέλιξη αλλά δεν είναι και το τέλος του δρόμου. Η απαράδεκτη παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να είναι το μέλλον της Κύπρου και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ενισχύσει τις προσπάθειες του έτσι ώστε να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα μας επιτρέψουν να αισιοδοξούμε για τερματισμό της κατοχής και επανένωση της πατρίδας μας».
Τέλος σημείωσε ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιθυμεί ταυτόχρονα να ευχαριστήσει τον ΓΓ πού με την παρουσία του και τον τρόπο προσέγγισης στα εκκρεμούντα θέματα απέδειξε ότι αντιλαμβάνεται τις αρχές που πρέπει να διέπουν μια συνολική λύση του Κυπριακού για ένα κράτος το οποίο είναι και θα συνεχίσει να είναι και μετά από μια ενδεχόμενη λύση κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Αντόνιο Γκουτέρες
Την ίδια στιγμή με συνέντευξη τύπου ο ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες δήλωνε ότι «οι συνομιλίες για το Κυπριακό έκλεισαν χωρίς συμφωνία» και τόνιζε: «Λυπάμαι πολύ που ανακοινώνω ότι παρά την πολύ ισχυρή δέσμευση και συμμετοχή όλων των αντιπροσωπειών και διαφορετικών πλευρών η Διάσκεψη για τo Κυπριακό έκλεισε χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία».
Ο κ. Γκουτέρες θέλησε να εκφράσει τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη και την εκτίμησή του στους ηγέτες των δύο κοινοτήτων και να ευχηθεί «το καλύτερο για όλους τους Κύπριους, το Βορρά και το Νότο» καθώς και τη βαθιά μου ευγνωμοσύνη στους εκπροσώπους των εγγυητριών δυνάμεων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και στην ομάδα του ΟΗΕ, υπό την ηγεσία του Έσπεν Άιντε, που έκανε ό, τι είναι δυνατόν για να προσεγγίσει τις θέσεις των διαφόρων αντιπροσωπειών .
Ερωτηθείς αν τα εμπλεκόμενα μέρη θα μπορούσαν να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις, ο κ. Γκουτέρες είπε ότι «η Διάσκεψη έληξε χωρίς αποτέλεσμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να αναπτυχθούν άλλες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση του Κυπριακού», τονίζοντας ότι ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών ως διαμεσολαβητή, είναι να είμαστε πάντα στη διάθεση των μερών που επιθυμούν να καταλήξουν σε συμφωνία, αν το επιθυμούν».