Μυτιλήνη: Ένα ρεπορτάζ για τον μεγάλο σεισμό της Λέσβου στις 23 Φεβρουαρίου 1867, γραμμένο από το Στρατή Μυριβήλη.... 64 χρόνια μετά

 
mytilini_1867

Ενημερώθηκε: 23/02/25 - 12:34

Σαν σήμερα, στις 6 το απόγευμα της 23ης Φεβρουαρίου του 1867, έγινε στη Λέσβο ο καταστροφικότερος σεισμός που γνώρισε το νησί. Το μέγεθος του ήταν 6,8 βαθμοί της κλίμακας Ρίχτερ και κυριολεκτικά ισοπέδωσε την πόλη και μεγάλα τμήματα του υπόλοιπου νησιού ενώ ο κύριος σεισμός και οι εκατοντάδες μετασεισμοί που συνεχίστηκαν πολλούς μήνες σκότωσαν ή τραυμάτισαν πολλές εκατοντάδες ανθρώπους.

Το γεγονός μάς θυμίζει σήμερα η Δημόσια Βιβλιοθήκη Μυτιλήνης δίνοντας στη δημοσιότητα από το αποθετήριο της ;eνα σημαντικό ντοκουμέντο του… 1931. Ο λόγος για ένα ρεπορτάζ γραμμένο 64 χρόνια μετά τον σεισμό, από τον Στρατή Μυριβήλη, στην εφημερίδα της Μυτιλήνης ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 22 Φεβρουαρίου του 1931. Επρόκειτο για μια πολύ καλή εφημερίδα της εποχής που εξέδιδε ο μεγάλος των Ελληνικών γραμμάτων Στρατής Μυριβήλης μαζί με τον άλλο μεγάλο της λεγόμενης «Λεσβιακής Άνοιξης» τον Θείελπι Λευκία.

Το άρθρο με υπέρτιτλο «Η Λέσβος προ 64 χρόνων» και υπότιτλο «Μια τραγική επέτειος» έχει τίτλο «Η τελευταία αποκρηάτικη παννυχίς που σβύνει πάνω από ερείπια και πτώματα» (σ.σ. παννυχίς ήταν η ολονύκτια γιορτή στις αρχαίες θρησκείες ή η αγρυπνία στην ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία. Ο δημοσιογράφος - συγγραφέας χρησιμοποιεί τη λέξη και με τις δυο έννοιες για τους καρναβαλιστές ή τους προσευχόμενους λόγω της ημέρας).

Διαβάζουμε στην εφημερίδα (κρατήσαμε τη σύνταξη και την ορθογραφία του πρωτότυπου):

«Σήμερα είνε εξηκοστή τετάρτη επέτειος της θλιβερότερης Αποκριάς που εγνώρισε το νησί μας στην ιστορία του. Ο μεγάλος σεισμός που μετέβαλεν εις ερείπια το νησί και εσκόρπισε πένθος θανάτου απ' άκρη σ' άκρη του, άρχισεν ακριβώς στις 23 Φεβρουαρίου 1867.

Ήταν οι μέρες που ο λαός αμέριμνος εγλεντοκοπούσε δοξάζοντας τον Καρνάβαλον. Το τρελλό κέφι των παλαιών καλών καιρών. Ατελείωτο γλεντοκόπι.

Η πατροπαράδοτη τραμπούκα, συνοδεία ταψιού η ταγγούρας ερύθμιζε τας κινήσεις των ποδιών που εβαρούσαν ηρωικά τη γη. Τούτη η γης που την πατούμε…

Αλλά η γη, η καλή μητέρα και υπομονητικιά, εκείνη τη χρονιά είχεν αποφασίσει να διαμαρτυρηθεί εντόνως γι' αυτήν την κακοποίηση που της έκαναν τα τέκνα της.

Και πριν ακόμη τελειώσει ο χορός των ανθρώπων άρχισε κι αυτή ως αντίποινον το δικό της δαιμονισμένο χορό, ο οποίος έθεσε τελείαν και παύλαν στο αποκριάτικο λεσβιακό πανηγύρι.

Διηγούνται και είνε βεβαιωμένον επιστημονικώς ότι στις 22 του Φεβρουαρίου εσημειώθη στον ουρανό έκλειψις της Σελήνης. Η δεισιδαιμονία του πλήθους εχαρακτήρισε το φαινόμενο - ως κακό προμήνυμα. Και απεδείχθη ότι δε γελάστηκαν οι προληπτικοί άνθρωποι.

Το κακό επηκολούθησε την άλλη μέρα ακριβώς.

Ξημερώνοντας η 23η Φεβρουαρίου βρήκε τη Λέσβο σκεπασμένη από βαρειά και πνιγερή ατμόσφαιρα. Και πριν καλοβραδυάσει ακόμη ο Εννοσίγκιας (σ.σ. Εννοσίγαιος προσωνύμιο του Θεού Ποσειδώνα που σύμφωνα με τη μυθολογία έκανε τη γη να τρέμει, που προκαλούσε σεισμούς και κατακλυσμούς) ήρχισε τους υποχθονίους απαισίους κραδασμούς. Ένας υπόκωφος βόμβος που θαρρείς έβγαινε από τα βάθη της γης συνόδευε τους τρομερούς σπασμούς που συνεκλόνιζαν το γήινο κέλυφος. Και μαζί με αυτόν το αδιάκοπο ρουλητό των γκρεμιζομένων οικοδομών και ο βόγκος ανθρωπίνων όντων ενταφιαζομένων υπό τα χαλάσματα.

Η σεισμική δόνησις είχε φόρμα περιστροφική. Σε πολλά μέρη αποπνικτικοί υδρατμοί ήρχισαν να αναδύωνται από το σαλεύον έδαφος.

Τα πλήθη των ανθρώπων πανικόβλητα ετρέποντο προς το ύπαιθρον.

Ώρα εξ μετά το μεσημέρι δεν υπήρχε πλέον κτήριο όρθιο στην κεντρική πόλη. Μονάχα προς το Νιο χωριό, προς το λιμάνι και προς την τουρκική συνοικία εξεχώριζε το βλέμμα ακόμη μερικά σπίτια που συνεκρατήθησαν στα θεμέλια τους.

Ήρχισε τότε η αναζήτησις από τους ζώντας των χαμένων. Η μάννα γυρεύοντας το παιδί και το παιδί τη μάννα. .. και οδυρμοί παντού. Όλη τη νύχτα με το φανάρι εξερευνώντο τα ερείπια. Τα πτώματα ανεσύροντο. Άνθρωποι ψυχοραγούντες, τραυματίαι διεκομίζοντο. Αλλά το πρωί της 24ης ο σεισμός επαναλαμβάνεται. Δευτέρα δόνησις ισχυροτέρα από την πρώτη ενέσπειρε εκ νέου την τρομάρα στα αγωνιώντα πλήθη που ετουρτίριζαν από το φοβερό κρύο.

Την Καθαρή εβδομάδα έγινε ο απολογισμός της καταστροφής. 100 νεκροί και 200 βαρέως τραυματισμένοι μέσα στην πόλη. 2.500 οικοδομές γκρεμίστηκαν εκ των οποίων 1000 περίπου σπίτια».

Στο ρεπορτάζ διαβάζει καnείς και τα παρακάτω ενδιαφέροντα σχετικά με τη βοήθεια που έφθασε στο νησί τις αμέσως επόμενες μέρες τόσο από τα απέναντι παράλια όσο και από την επίσημη Οθωμανική αλλά και την Ελληνική κυβέρνηση:

Από το Αϊβαλί, την Πέργαμο, τη Σμύρνη και άλλες περιοχές στέλνουν ψωμί και τρόφιμα, ενώ καταφθάνουν και γιατροί από τη Σμύρνη με φάρμακα και νοσοκομειακό υλικό

Η Οθωμανική κυβέρνηση αποστέλλει σκηνές, υγειονομική ομάδα με επικεφαλής τον βασιλικό αρχίατρο και 250.000 γρόσια

Η Ελληνική κυβέρνηση αποστέλλει αλεύρι, φάρμακα και συνεργεία ανοικοδόμησης.

Ταυτόχρονα καταφθάνουν για βοήθεια ένα ελληνικό, ένα γαλλικό και ένα πρωσικό πολεμικό πλοίο.

Ο σεισμός αυτός του 1867 προέρχονταν από ένα μεγάλο σεισμικό ρήγμα το λεγόμενο της Αγίας Παρασκευής που διασχίζει το νησί από τα βόρεια, κάπου από την περιοχή ανάμεσα σε Μόλυβο και Σκάλα Συκαμνιάς μέχρι τον κόλπο της Καλλονής. Ένα ρήγμα που σημάδεψε την ιστορία της Λέσβου και την αρχιτεκτονική της. Στη Μυτιλήνη, σκοτώθηκαν 216 Χριστιανοί και 22 Τούρκοι, ενώ τραυματίστηκαν 487 Χριστιανοί και 39 Τούρκοι. Στην ευρύτερη περιφέρεια σκοτώθηκαν 312 άτομα και τραυματίστηκαν άλλα 290. Συνολικά κατέρρευσαν περίπου 4750 κτίρια ενώ περισσότερα από 5.500 έπαθαν σοβαρές ζημιές.

Άλλες περιγραφές του μεγάλου σεισμού

Πολλές εκατοντάδες οι νεκροί, πολλαπλάσιοι των νεκρών οι τραυματίες. Σύμφωνα με το βιβλίο του Ζαννή Π. Καμπούρη «Θεομηνίες στη Λέσβο το 19ο αιώνα» (Μυτιλήνη 1978), ο Γάλλος Πρόξενος στη Μυτιλήνη Ch. Roboly σε αναφορά του στις 4.4.1867 έγραφε: «Δε μπόρεσα ακόμα να εξακριβώσω τον αριθμό των νεκρών και των τραυματιών. Τους υπολογίζω σε 1.000 νεκρούς και 2.000 τραυματίες». Άλλες πηγές αναφέρονται στην «εξαφάνιση» το χωριού Κλουμιδάδος, της σημερινής Νάπης, πολύ κοντά στην Αγία Παρασκευή δείχνοντας έτσι το επίκεντρο του σεισμού που «βαφτίζει» το σεισμικό ρήγμα.

Χιλιάδες κτίσματα, ιδιωτικά και δημόσια καταστράφηκαν. Σπίτια, εκκλησιές, τζαμιά, κάστρα καταρρέουν στη διάρκεια της σεισμικής διεργασίας που κρατά μεγάλο χρονικό διάστημα με πολύ ισχυρούς μετασεισμούς, και ξαναχτίζονται. Η αρχιτεκτονική και η εικόνα της πόλης, των κωμοπόλεων και των χωριών της Λέσβου είναι διαφορετική μετά το σεισμό απ’ ότι πριν.

Στις 24 Φεβρουαρίου του 1867, η «Αμάλθεια» της Σμύρνης αναφέρει μαρτυρία επιβάτη πλοίου που έτυχε να αγκυροβολήσει έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης την ώρα του σεισμού.

«Το ατμόπλοιον προσωρμίσθη εις Μυτιλήνην περί ώραν 6ην ολίγον δε μετά ταύτα παρετήρησαν οι επ’ αυτού την πόλιν όλην σφοδρώς κλονουμένην ενώ νέφος τι ως λεπτοτάτου κονιορτού ή καπνού εκάλυπτε την περίχωρον. Ήτον ο πρώτος σφοδρώτατος σεισμός τον οποίον ηκολούθησαν και άλλοι μέχρι της 9.30 ώρας καθ’ ήν το ατμόπλοιον ανεχώρησεν εκείθεν» γράφει η εφημερίδα.

«Επηρεασμένος ακόμα απ’ το τρόμο σας γράφω για να σας δώσω τις πρώτες πληροφορίες απ’ την φοβερή καταστροφή που έπληξε το νησί. Στις 7 του μηνός (χρησιμοποιεί το νέο ημερολόγιο) εις τας 6 η ώρα το απόγεμα, μ’ ένα εξαιρετικό καιρό, δυνατός σεισμός κούνησε το νησί. Βάσταξε συνεχώς επί μιάμιση ώρα. όλες οι οικοδομές ξύλινες ή πέτρινες ανατράπηκαν» γράφει ο Γάλλος Πρόξενος Ch. Roboly στην αναφορά του προς το Γαλλικό Προξενείο της Σμύρνης.

Λεπτομέρειες δημοσιεύονται στις αθηναϊκές εφημερίδες σε ανταποκρίσεις από το νησί. «Περί ώραν 6ην μ.μ. της 23ης Φεβρουαρίου φοβερός σεισμός μικράς διαρκείας αλλ’ υπό τριών άλλων επίσης τρομεροτάτων συνοδευθείς κατέστησεν ερείπια την πρωτεύουσαν καταστρέψας και πολλούς ανθρώπους. Ο πρώτος εκ των τεσσάρων σεισμών ολίγα μόνον δευτερολέπτα διαρκέσας είχεν κίνησιν περιστροφικήν δηλαδή σύνθετον εκ της καθέτου και κυματοειδούς (γνωρίζεται δε ότι αύτη του σεισμού η κίνησις ως η καταστρεπτικωτέρα) και δεν προηγήθη αυτού υπόγειος κρότος» γράφει η εφημερίδα της Αθήνας «Εθνοφύλαξ» στις 3.3.1867.

Μια λεπτομερής και ανατριχιαστική συνάμα περιγραφή δημοσιεύεται σε ανταπόκριση σταλμένη στην «Αμάλθεια» της Σμύρνης δέκα μέρες ύστερα απ΄ το σεισμό στις 3.3.1867 κι ενώ η γη εξακολουθούσε να κουνιέται. «Η καταστροφή ήρχισεν την 23ην Φεβρουαρίου περί ώραν 6ην μ.μ. Ουδεμία υπόγειος βοή ουδέ κρότος προηγήθη αυτής. Μόνο ο αήρ ήτο βαρύς. Περί την δύσιν του ηλίου εκλώνησεν την γην σφοδρός σεισμός. Όσοι ευρέθησαν εις τα οδούς ερρίφθησαν βιαίως κατά γης. Αι οροφαί και τα δωμάτια των οικιών διερράγησαν και μετ’ ολίγον κατέπιπτον κι αυταί αι οικίαι. Ολίγοι άνθρωποι έλαβον τον καιρόν να σωθώσιν, οι δε διασωθέντες παρευρέθησαν τότε εις θέαμα του οποίου η φρικαλέα αίσθησις ουδέποτε θέλει εξαληφθεί εκ της μνήμης αυτών. Επί ώρας ολοκλήρους είδον την γην σειομένην μετά τιναγμών επαγόντων σκοτοδεινίασιν, έπειτα κρότους φοβερούς, συγκρούσεις φρικαλέας και τέλος αναβάσεις και καταβάσεις του εδάφους αίτινες σχεδόν ουδέν άφησεν όρθιον. Από δε της ημέρας εκείνης επανέρχονται οι σεισμοί συχνάκις».

Στον Κώδικα της Μητροπόλεως Μυτιλήνης γίνεται αναφορά σε γεγονότα που αναφέρονται ως προμηνύματα σεισμού στα πλαίσια αντιλήψεων που επικρατούσαν την εποχή εκείνη. «Προηγήθη του σεισμού έκλειψις ηλίου την 22αν του μηνός προ δε του πρώτου κλονισμού η ατμόσφαιρα κατενεφελώθη πυρακτωθείσα ως εν πολυτρόφοις πυρκαϊάς». Παρακάτω στην ίδια πηγή αναφέρεται επίσης: «η μεν γη περιστροφικώς εσείετο εις πολλά μέρη εξατμήζουσα θειώδη τινά παχύν καπνόν συναμιγνυόμενον με τον εκ των καταπιπτόντων κτιρίων κονιορτόν και συνανιψουμένον, αι δε των κτιρίων πέτραι τούβλα, κέραμοι κ.λ.π. δίκην των επί του ύδατος των Πιδάκων Κεράσεα στροβιληδόν περιπηδώντα κατέρρεον, διά της αυτωθήσεως οιονεί του εκ των εγκάτων της γης εξερχομένου καπνού και της ατμοσφαιρικής δυνάμεως ησύχως καταπίπτοντα επικρατούντος φοβερού τριγμού και απεριγράπτου βοής εις μόνους γνωστών, όσοι εδυστύχησαν να ευρεθώσιν εις την σκηνήν».

Σημαντική είναι η μαρτυρία και του γιατρού Κ.Α. Κανταρτζή διδάκτορα της ιατρικής Σχολής Γαλλικού Πανεπιστημίου και αργότερα γιατρού της Δημαρχίας Μυτιλήνης. Αυτός σε χειρόγραφα του με τίτλο «Μετερολογικά και Αστρολογικά της Λέσβου» περιγράφει τη σεισμική διεργασία. Όπως λέει «η ατμόσφαιρα ήταν βαρεία, αναποφάσιστος, θερινή γαλήνη εδέσποζε. Δεν προκλήθη ουδείς υπόγειος κρότος κατά την αρχή του σεισμού». Θέλοντας να αποδείξει ότι τα ζώα προαισθάνονται τους σεισμούς αναφέρει επίσης «Πρόδρομα συμπτώματα. Ολίγα λεπτά προ του σεισμού 1ον εισερχόμενοι τινές εις την πόλιν Μυτιλήνην είδον ποίμνιον προβάτων ιστάμενον και είχον τα κεφαλάς προς τον ουρανόν σηκωμένας. 2ον ημίονοι, όνοι, ίπποι έφυγαν εις τους αγρούς, κυνες ορλίζοντες εξήλθον του χωρίου Μεσαγρού της Γέρας, βόες και εις κύων έκοψαν τα σχοινιά των και εσώθησαν διότι μετ ολίγον κατέρρευσεν το αχούρι των».

Για τη στιγμή του σεισμού ο Κ.Α. Κανταρτζής αναφέρει: «Περί την 6ηνώραν μ.μ. ημέραν Πέμπτην 23 Φεβρουαρίου 1867 αίφνης ότε εκ του περιπάτου του προς Β. λιμένα επιστρέφων ευρισκόμενος εντός της αγοράς πλησίον χαμηλού και στερεού μαγαζίου κατά το κέντρον της αγοράς είδον αντίκρυ μου τους τοίχους των μαγαζιών να ανατινάσωνται προς τα άνω και να ρίπτωνται προς τα έξω των μαγαζίων, κονιορτός δεν να πληρώνη την αγοράν και ανά μέσον αυτού τους ανθρώπους κραυγάζοντας κύριε ελέησον κύριε ελέησον και τίνουν χείρας προς λύτρωσιν ήτο σεισμός κάθετος διαρκέσας περί τα 2 ή 3 δευτερόλεπτα. Έως εις δυο δευτερόλεπτα παύσις ήρκεσεν να μοι δόση να εννοήσω τον κίνδυνον και να σκεφθώ και περί της οικογενείας μου. Σταματήσας κατά τον πρώτον εκείνον σεισμόν και δυνηθείς να σύρω πλησίον μου δυο τρεις ανθρώπους ως εις άσυλον τρέχω μετά αυτών κατά παύσιν ταύτην διευθυνόμενος εις την οικίαν μου ότε με καταλαμβάνει ο δεύτερος ισχυρώτερος και κοσκινίτης από Β. προς Ν. μετά υπογείων κρότων ελθών και τους ανθρώπους φεύγοντας τραυματήσας ή φονεύσας, σταματήσας και κατά τούτο δευτερόλεπτα τινά και παύσαντος επι δευτερόλεπτα του σεισμού επέρχεται ο γος (σ.σ. τρίτος) αλλά τότε δεν εσταμάτησα αλλ’ εισέρχομαι εις την οικίαν μου΄ εκεί ευρίσκω την γυναίκα μου κατελθούσαν ήδη εις τον κήπον μετά του βρέφους Ελένη. Την νύκτα όλη διήλθομεν εις το ύπαιθρον και εψιχάλιζεν ολίγον. Οι καθ’ όλην την νύκτα σεισμοί ήσαν οριζόντιοι και πάντοτε προηγούντο αυτών πολλοί κρότοι και βροντές μακράν συμβαίνουσαι ως η βροντή πυροβόλου μακράν ριφθέντος. Η δόνησις ομοιάζει πολλάκις τον σάλλον πλοίου και πράγματι ενόμιζε τις ότι έπλεε το έδαφος επί υγρού τινός».

Στο από σχεδόν 50ετίας εξαντλημένο βιβλίο του Ζαννή Π. Καμπούρη «Θεομηνίες στη Λέσβο το 19ο αιώνα» περιγράφονται επίσης λεπτομέρειες της κατάστασης που επικράτησε σε όλη τη Λέσβο μετά το σεισμό καθώς και το κύμα αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους σκηνίτες και πεινασμένους χιλιάδες κατοίκους του.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ