Συνέντευξη στον γνωστό δημοσιογράφο του CNN, Φαρίντ Ζακαρία, παραχώρησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο της παρουσίας του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, στο Νταβός.
Ο πρωθυπουργός έστειλε σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα, λέγοντας ότι «πρέπει να μπορούμε σαν λογικοί ενήλικες να καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να συζητήσουμε τα βασικά μας προβλήματα», λέγοντας επίσης ότι δεν «δεν προκαλείς τους γείτονες σου, κρατάς ανοιχτούς τους διαύλους και δεν εργαλειοποιείς την εξωτερική πολιτική σου για εσωτερικούς λόγους – δεν είναι καλή προσέγγιση αυτή καθώς δηλητηριάζεις την κοινή γνώμη».
Ο ίδιος επέμεινε στο θέμα, δίνοντας το εξής παράδειγμα: «Υπάρχει κάποιος λογικός άνθρωπος που να πιστεύει ότι τα ελληνικά νησιά αποτελούν απειλή για την τουρκική ηπειρωτική χώρα κι όχι η τουρκική ηπειρωτική χώρα για τα ελληνικά νησιά, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη την περίπτωση της Κύπρου;». Πρόσθεσε δε ότι μετά τις εκλογές, που θα γίνουν περίπου την ίδια περίοδο και στις δύο χώρες, «υπάρχουν τρόποι να μειώσουμε την ένταση, να δουλέψουμε πάνω σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος, να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε με πολιτισμένο τρόπο. Δεν χρειάζονται απειλές ή άλλες προκλητικές ενέργειες».
«Δεν είναι απίθανο να τα βρούμε με τον Ερντογάν»
Κληθείς να σχολιάσει για τον εάν μιλάει με τον Τούρκο πρόεδρο, είπε: «Μίλησα με τον πρόεδρο Ερντογάν πολλές φορές. Παρά τις δύσκολες στιγμές μας, δεν θεωρώ απίθανο να βρούμε λύσεις».
Ο κ. Ζακάρια υπενθύμισε παλιότερη δήλωση του κ. Μητσοτάκη ότι ο κ. Ερντογάν πρέπει να αφήσει πίσω τις οθωμανικές φαντασιώσεις του και ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι αυτό πρέπει να γίνει «γιατί δεν μπορούμε να συζητήσουμε για την κυριαρχία των ελληνικών νησιών, δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι η Τουρκία υπογράφει μνημόνιο συνεργασίας με τη Λιβύη που αρνείται στην Κρήτη κάθε δικαίωμα θαλάσσιων ζωνών, όλα αυτά είναι απολύτως απαράδεκτες αξιώσεις».
«Αν περιορίσουμε τη συζήτηση στα ουσιώδη ζητήματα, ναι μπορούμε να βρούμε λύσεις, αλλά αν ανοίξουμε τη συζήτησε σε θέματα που δεν είμαι πρόθυμος να συζητήσω, δεν μπορούμε να κάνουμε συζήτηση», υπογράμμισε και χαρακτήρισε αβάσιμες τις αντιδράσεις Ερντογάν όσον αφορά στην είσοδο Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. «η Τουρκία είναι η μόνη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που δεν επιβάλλει κυρώσεις στην Ρωσία», υπενθύμισε, συμπληρώνοντας ότι «δεν είναι συνεπής με όσα τα άλλα μέλη του ΝΑΤΟ έχουν κάνει».
Το δίλημμα των εκλογών
«Στις εκλογές που έρχονται οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν τα 4 χρόνια της προηγούμενης κυβέρνησης, που ήταν λαϊκιστική και δεν έκανε καλό στον τόπο, και τα 4 χρόνια της δικής μας», είπε ο κ. Μητσοτάκης, σημειώνοντας ότι «αν κερδίσουμε, όπως και το πιστεύω, θα είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης για μας».
Πρόσθεσε δε ότι «θα είναι μια εκλογική διαδικασία που θα προκαλέσει διεθνές ενδιαφέρον, καθώς πολλές δημοκρατίες έχουν τα ίδια διλήμματα, καθώς η διάκριση ανάμεσα σε δεξιά και αριστερά δεν είναι πλέον τόσο σχετική, όσο είναι η διάκριση ανάμεσα σε αυταρχικές και λαϊκιστικές δυνάμεις με τις πιο πραγματιστικές και προοδευτικές δυνάμεις».
Το ιδεολογικό στίγμα
Ο κ. Μητσοτάκης, σε άλλο σημείο της κουβέντας προχώρησε και σε μία ιδεολογική αναφορά σχετικά με την κυβέρνηση του: «Είμαστε φιλελεύθεροι στην οικονομία, προοδευτικοί στην κοινωνική πολιτική και πατριωτικοί σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας». «Δεν βρίσκω καμία ιδεολογική αντίφαση σε αυτά», είπε.
Υπάρχει χάσμα είναι ανάμεσα σε όσους πιστεύουν στον πραγματισμό και στη λειτουργική δημοκρατία και σε όσους υπόσχονται τον “ουρανό με τ’ άστρα”, ενώ ταυτοχρόνως υποσκάπτουν τους δημοκρατικούς θεσμούς, είπε ο κ. Μητσοτάκης, επισημαίνοντας ότι «είμαστε μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, αλλά πολλές πολιτικές μας μπορούν να χαρακτηριστούν ως προοδευτικές». Πρόσθεσε ότι «υπάρχει ένα περίγραμμα για προοδευτικές πολιτικές», λέγοντας ότι η κυβέρνηση του προέρχεται από την κεντροδεξιά και «πιστεύουμε με πάθος στην καινοτομία και στην ισχύ της ιδιωτικής οικονομίας».
Λαϊκισμός vs κοινής λογικής
«Κληρονομήσαμε μια χώρα και μια οικονομία τραυματισμένη, όχι μόνο λόγο της οικονομικής κρίσης, αλλά κυρίως λόγω του πειράματος με τον λαϊκισμό, που άνευ λόγου παρέτεινε για 4 επιπλέον χρόνια την κρίση», είπε και τόνισε ότι η κυβέρνηση του προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις «κοινής λογικής», κάνοντας τη χώρα πιο ελκυστική χώρα για τους επενδυτές.
Εξέφρασε την άποψη ότι η Ελλάδα «δεν είναι πλέον η άρρωστη χώρα της Ευρώπης», γνωστοποιώντας ότι περιμένουμε ανάπτυξη της τάξεως του 2%. «Η ανάπτυξη μας δεν μπορεί να χρηματοδοτείται από χρέος», είπε και αναφέρθηκε στην ενισχύσεις που η κυβέρνηση έδωσε σε πολίτες και επιχειρήσεις, λέγοντας ότι τα πάντα είχαν ελεγχθεί και υπολογιστεί, «αποφύγαμε τον πειρασμό να μειώσουμε οριζόντια τον ΦΠΑ».
Έκανε λόγο για την «πράσινη μετάβαση», σημειώνοντας ότι κοντά στο 50% παραγωγής ηλεκτρισμού παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Προσφυγικό: Σκληρή μα δίκαιη πολιτική
«Το προσφυγικό έγινε μεγάλο θέμα για την Ελλάδα όταν η προηγούμενη κυβέρνηση υιοθέτησε μια πολιτική ανοιχτών συνόρων», είπε δίνοντας μάλιστα ένα παράδειγμα: «Το 2015 το 75% των παράτυπων μεταναστών μπήκαν στην Ευρώπη από την Ελλάδα, το 2022 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 5%».
«Μειώσαμε τις ροές περί το 90% και είπαμε ότι θα προστατεύσουμε τα σύνορα μας – κάνοντας το αυτό προστατεύουμε και περισσότερες ζωές», είπε και αναφέρθηκε στη Λέσβο: «Όταν αναλάβαμε την εξουσία, εκεί υπήρχαν 25.000 μετανάστες, τώρα περί τους 1.000».
«Εφαρμόζουμε μια σκληρή μα δίκαιη πολιτική κι αν δείτε το προσφυγικό δεν είναι πλέον θέμα στην Ελλάδα. Αν αφήνεις το προσφυγικό να γίνει θέμα, τροφοδοτείς την επιχειρηματολογία της άκρας δεξιάς».
Ουκρανία: Στη σωστή πλευρά της Ιστορίας
«Η Ελλάδα έχει ιστορικούς δεσμούς με τη Ρωσία, αλλά από την αρχή καταστήσαμε σαφές ότι θα σταθούμε στην σωστή πλευρά της Ιστορίας. Υποστηρίξαμε την Ουκρανία με κάθε τρόπο», τόνισε και κατόπιν αναφέρθηκε στα ενεργειακά ζητήματα που προέκυψαν μετά την εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία. «Στην Ευρώπη ήμασταν πολύ εξαρτημένοι ενεργειακά από τη Ρωσία και αυτό προκάλεσε τεράστια προβλήματα. Αργήσαμε να αντιδράσουμε, είχα πρώτος ζητήσει πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου», σημείωσε και πρόσθεσε: «Αν κάτι καλό θα βγει από αυτόν τον απαίσιο πόλεμο, είναι ότι θα δώσει μεγαλύτερη ώθηση στην πράσινη μετάβαση».