Την ανάγκη «εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων» επισημαίνει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, σε ανακοίνωσή της με αφορμή τον σάλο που έχιε προκληθεί από την ποινή 10ετούς κάθειρξης που επιβλήθηκε στην 53χρονη καθαρίστρια από το Βόλο που πλαστογράφησε το απολυτήριο δημοτικού και καταδικάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για τους καταχραστές του Δημοσίου.
«Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής» αναφέρουν δικαστές και εισαγγελείς se anako;invs;'h toy που τονίζουν ωστόσο ότι «εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας».
Ολόκληρη η ανακοίνωση:
«Στη δημόσια συζήτηση που άνοιξε με αφορμή την ποινική καταδίκη εργαζόμενης στην καθαριότητα από Εφετείο Κακουργημάτων, σημειώνουμε αρχικά την εκπεφρασμένη θέση μας περί ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων.
Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής. Η σύγχυση που δημιουργείται από δύο διαφορετικές τάσεις που διαμορφώθηκαν στην νομολογία και οδηγούν σε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων μπορεί να αρθεί είτε με νομοθετική παρέμβαση είτε με λύση του νομικού ζητήματος από σταθερή νομολογία του Αρείου Πάγου.
Οι κατηγορίες περί αναλγησίας δικαστικών λειτουργών που εξέδωσαν τη συγκεκριμένη ή άλλες όμοιες αποφάσεις είναι τουλάχιστον άδικες και συγκαλύπτουν την πραγματική αιτία του προβλήματος. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας»