Kαι οι ορθόδοξοι μαθητές θα μπορούν να απαλλάσσονται από τα θρησκευτικά από τη στιγμή που δεν συμφωνούν με το περιεχόμενο του μαθήματος. Σύμφωνα με απόφαση της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων οι λόγοι που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την εξαίρεση από το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι μόνο όσοι αναφέρονται στη θρησκευτική συνείδηση των παιδιών και των γονέων ή των κηδεμόνων τους, αλλά οποιοσδήποτε λόγος, που ανάγεται σε γενικότερες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις. Επιπλέον, η Αρχή έκρινε ότι η εξαίρεση από το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι συνταγματικά ανεκτό να αφορά μόνο τους μη χριστιανούς ορθοδόξους, αλλά ότι το ίδιο δικαίωμα πρέπει να έχουν και οι χριστιανοί ορθόδοξοι μαθητές, σε περίπτωση που δεν συμφωνούν με το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, και δη με τον ομολογιακό και κατηχητικό του χαρακτήρα, όπως εξάλλου έχει ήδη καθορίσει με απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η υπόθεση έφτασε ενώπιον της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μετά τη διαβίβαση εγγράφου του υπουργείου Παιδείας εν όψει της δημοσίευσης σχετικής εγκυκλίου για την απαλλαγή από τα μαθήματα των Θρησκευτικών, της Μουσικής και της Φυσικής Αγωγής και την υποβολή σχετικών δικαιολογητικών από τους μαθητές και τους γονείς τους.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της γνωμοδότησης της Αρχής: «Η γενική ελευθερία της συνείδησης δεν έχει ένα τυποποιημένο περιεχόμενο, καθώς εκφράζει την ελευθερία του αυτοκαθορισμού της προσωπικής συνείδησης και καλύπτει όλες τις συνειδησιακές πεποιθήσεις του ατόμου και όχι μόνο εκείνες που αφορούν το θρησκευτικό φαινόμενο. Από την άποψη αυτή, η αναφορά στην προτεινόμενη ρύθμιση σε «λόγους θρησκευτικής συνείδησης» και μόνον, ως δικαιολογητική αιτία για την άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, δεν καλύπτει πλήρως όλο το εύρος των συνειδησιακών πεποιθήσεων που προστατεύονται από την ΕΣΔΑ και το ελληνικό Σύνταγμα, και στις οποίες περιλαμβάνονται «και (οι) γενικότερες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις.
Η Αρχή κατέληξε πως «η σύμφωνη με το ισχύον ελληνικό Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ μορφή άσκησης του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών είναι μια δήλωση των ενδιαφερομένων γονέων ή μαθητών, συμπεριλαμβανομένων και των χριστιανών ορθοδόξων που τυχόν το επιθυμούν, στην οποία θα αναφέρεται απλώς ότι “Λόγοι συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των Θρησκευτικών”».
Υπεθυμίζεται οτι η ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, me απόφασή της τον Ιούλιο ακύρωσε Κοινή Υπουργική Απόφαση του 2021, κατά το μέρος που προβλέπεται η απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς δεν προηγήθηκε της έκδοσης της ΚΥΑ η γνώμη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για αυτό το θέμα.
Αναλυτικά, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκανε δεκτή αίτηση γονέων, με την οποία ζητούσαν την ακύρωση της από 28.5.2021 ΚΥΑ κατά το μέρος που ρυθμίζεται η απαλλαγή των μαθητών-μαθητριών από το μάθημα των Θρησκευτικών.
Με την αίτησή τους, οι γονείς ζητούσαν την ακύρωση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως αφενός κατά το μέρος που αφορά στις προϋποθέσεις απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών αφετέρου κατά το μέρος που προβλέπεται η εναλλακτική απασχόληση των απαλλασσόμενων από το μάθημα των Θρησκευτικών μαθητών και μαθητριών, αντί να προβλέπεται η διδασκαλία ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου με το μάθημα των Θρησκευτικών.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο διευθυντής-διευθύντρια της σχολικής μονάδας σε συνεργασία με τον σύλλογο των διδασκόντων αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι μαθητές, είναι συνταγματικώς ανεκτή, ως μεταβατική, μέχρι την οριστική ρύθμιση του θέματος εντός ευλόγου χρόνου. Και από το ΣτΕ ως εύλογος χρόνος κρίνεται το τέλος του σχολικού έτους 2022-2023.
Τέλος, οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι «πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως απαιτείτο, ως ουσιώδης τύπος, η παροχή γνώμης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία όμως, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, δεν υπάρχει».