Θλιβερή αντανάκλαση του πληθωρισμού και της ακρίβειας και του αντικτύπου που επιφέρουν στην αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων είναι η δυσάρεστη θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι τράπεζες τροφίμων.
Ο αριθμός των Ευρωπαίων που καταφεύγουν σε κάθε είδους κοινωνικά παντοπωλεία για να προμηθευτούν τα προς το ζην αυξάνεται διαρκώς, με τους Γερμανούς, τους πολίτες της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, να δυσκολεύονται να επιβιώσουν και να καταφεύγουν μαζικά στις εθελοντικές οργανώσεις στήριξης.
Σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times υπογραμμίζει ειδικότερα πως οι τράπεζες τροφίμων στη Γερμανία λαμβάνουν όλο και περισσότερες νέες αιτήσεις από ενδιαφερομένους και αδυνατώντας να ανταποκριθούν αναγκάζονται να απορρίψουν χιλιάδες.
Ανάμεσά τους και το Vinykova στην πόλη Φρίντμπεργκ της Εσσης, περίπου 15 χιλιόμετρα από τη Φρανκφούρτη, που ανά δύο εβδομάδες παρέχει ένα καλάθι με τρόφιμα σε 700 οικογένειες.
Πάνω από το 30% των 962 τραπεζών τροφίμων που υπάρχουν στη Γερμανία, των λεγόμενων Tafel, δεν δέχονται πλέον νέες αιτήσεις πέραν των 2 εκατ. ανθρώπων στους οποίους παρέχουν ήδη βοήθεια. Είναι η πρώτη φορά που αναγκάζονται να λάβουν ένα τόσο δραστικό μέτρο και οφείλεται στο ότι αυξήθηκε πάνω από 50% η ζήτηση για φρούτα, λαχανικά, ψωμί και άλλα είδη πρώτης ανάγκης που συγκεντρώνουν από καταστήματα και δωρητές.
Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα ο Πέτερ Ραντλ, επικεφαλής της τράπεζας τροφίμων στο Φρίντμπεργκ, τονίζει πως «θα έπρεπε να διπλασιάσουμε τον αριθμό των πελατών μας αν ανταποκριθούμε σε όσους το ζητούν».
Εξηγεί, όμως, πως τα περιθώρια είναι περιορισμένα, καθώς αυτό που κάνει «είναι το μόνο που μπορούν να κάνουν οι εθελοντές».
Απηχώντας την αναμενόμενη αντίδραση η Κάτια Μπέρνχαρντ, μέλος της ένωσης τραπεζών τροφίμων στην Εσση, τονίζει πως «πραγματικά εκπλήσσει το γεγονός ότι μια τόσο πλούσια χώρα όπως η Γερμανία έχει τόσο πολλούς πολίτες που δεν έχουν τη δυνατότητα για μια σωστή διατροφή».
Οπως, όμως, τονίζουν οι FT, η εκτόξευση των τιμών της ενέργειας είναι αυτή που έχει οδηγήσει πάνω από το 25% του γερμανικού πληθυσμού σε ένα είδος «ενεργειακής ένδειας», δηλαδή στο να δαπανούν πάνω από το 10% του εισοδήματός τους στους λογαριασμούς της ενέργειας. Πέρυσι βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση σαφώς λιγότεροι Γερμανοί και συγκεκριμένα το 14,5% του γερμανικού πληθυσμού
Οπως προκύπτει, πάντως, από τα στοιχεία της Eurostat, από το περασμένο έτος πάνω από το 20% του πληθυσμού όλης της Ε.Ε. αδυνατούσε ήδη να διαθέσει τα χρήματα για να θερμάνει την κατοικία του, ακόμη και όταν δεν είχαν εκτοξευθεί στα ύψη οι τιμές. Και βέβαια η μικρή υποχώρηση που σημείωσε ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης τον Νοέμβριο, όταν μειώθηκε στο 10% από το 10,6% του Οκτωβρίου, δεν βοηθάει ιδιαιτέρως τους ανθρώπους που αγωνίζονται να επιβιώσουν, δεδομένου ότι οι μισθοί έχουν αυξηθεί κατά μέσον όρο μόνο 4%.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, καθώς ο υψηλότερος πληθωρισμός των τελευταίων περίπου 40 ετών πλήττει τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα που αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους στη διατροφή τους και την ενέργεια.
Από την Ισπανία μέχρι τη Λετονία οι ανθρωπιστικές οργανώσεις αναφέρουν αύξηση 20% με 30% της ζήτησης για τις υπηρεσίες τους και προεξοφλούν περαιτέρω άνοδο μέσα στον χειμώνα.
Στη Βουλγαρία, από τις φτωχότερες χώρες-μέλη της Ε.Ε., στο διάστημα Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου εκτοξεύθηκε κατά 75% το ποσοστό των ανθρώπων που καταφεύγουν στην κρατική τράπεζα τροφίμων.
Οι κρατικές δομές βλέπουν τους προϋπολογισμούς τους για την προσφορά δωρεάν τροφίμων να εξαντλούνται, με αποτέλεσμα να στρέφονται και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις στα κοινωνικά παντοπωλεία.
Το πρόβλημα είναι προφανώς οι τιμές της ενέργειας που σε όλη την Ευρωζώνη παραμένουν σε επίπεδα σχεδόν 35% υψηλότερα σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους, ενώ οι τιμές των τροφίμων, των αλκοολούχων ποτών και του καπνού έχουν αυξηθεί κατά τουλάχιστον 13% σύμφωνα με τη Eurostat.
Και οι τιμές ορισμένων ειδών πρώτης ανάγκης έχουν αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Σε όλη την Ε.Ε. το γάλα είναι κατά 43% ακριβότερο σε σύγκριση με πέρυσι, το χοιρινό κρέας κατά 55% ακριβότερο και το ρύζι κατά 68% ακριβότερο.
Η κατάσταση είναι ακόμη πιο δύσκολη στις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης. Στην Ουγγαρία το ψωμί είναι κατά 80% ακριβότερο σε σύγκριση με πέρυσι. Και βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι στην Ουγγαρία έχει επεκταθεί σε 530 οργανισμούς το δίκτυο των φιλανθρωπικών οργανώσεων μέσω των οποίων λειτουργεί η κρατική τράπεζα τροφίμων. Και όπως τονίζουν παράγοντες αυτού του δικτύου φιλανθρωπικών οργανώσεων, από τη στιγμή που άρχισε να καλπάζει ο πληθωρισμός πολλοί από όσους ζητούν βοήθεια για τη διατροφή τους είναι νέοι, συχνά φοιτητές που προσπαθούν να εξοικονομήσουν χρήματα για να πληρώσουν τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος ή της θέρμανσης.