Στη μία τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δέχεται ένα τηλεφώνημα: κάποιος τον ενημερώνει ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν μόλις διέταξε την εισβολή στην Ουκρανία. Τα νέα ξαφνιάζουν εντελώς τον Λαβρόφ. Όπως οι περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες και ειδικοί σε διεθνείς υποθέσεις, δεν περίμενε μέχρι την τελευταία στιγμή ότι ο πρόεδρος θα έσυρε πραγματικά τη Ρωσία σε έναν πόλεμο με δυνητικά τόσο σοβαρές συνέπειες.
Λίγες ώρες αργότερα, αφού ο Πούτιν ανακοίνωσε μέσω τηλεοπτικού διαγγέλματος «την ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία, όπως συνεχίζει να την χαρακτηρίζει ο Ρώσος πρόεδρος, ο υπουργός Εξωτερικών πηγαίνει στο Κρεμλίνο για να ενημερωθεί για περισσότερες λεπτομέρειες.
Εκεί βρίσκονται επίσης μερικοί ολιγάρχες, η ταξή αυτή των Ρώσων δισεκατομμυριούχων που γνωρίζουν οτι ο πόλεμος θα επιφέρει κυρώσεις ικανές να καταστρέψουν τις περιουσίες τους και έχουν έρθει να αναζητήσουν περισσότερες πληροφορίες. Κάποια στιγμή ένας από αυτούς βλέπει τον Λαβρόφ στους διαδρόμους και τον πλησιάζει προκειμένου να του εξηγήσει γιατί ο Πούτιν αποφάσισε να εισβάλει. Ο υπουργός δεν ξέρει τι να του πει. Τα ανώτερα στελέχη του προεδρικού επιτελείου που μόλις συμβουλεύτηκε γνωρίζουν ακόμη λιγότερα από εκείνον για το πώς προέκυψε η μοιραία απόφαση. Έκπληκτος, ο ολιγάρχης ρωτά τον Λαβρόφ πώς θα μπορούσε ο Πούτιν να σχεδιάσει μια τόσο τεράστια κίνηση βασιζόμενος σε έναν τόσο μικρό κύκλο συμβούλων, τόσο μικρό που οι περισσότεροι από τους κορυφαίους αξιωματούχους του Κρεμλίνου δεν πίστευαν ότι ήταν δυνατό.
«Ο Πούτιν έχει μόνο τρεις συμβούλους», απαντά ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας. «Τον Ιβάν τον Τρομερό, τον Μεγάλο Πέτρο και τη Μεγάλη Αικατερίνη».
Το παραπάνω επεισόδιο, αποκαλύπτουν σήμερα οι Financial Times στο πλαίσιο μιας μακροσκελούς έρευνας για το πώς η Ρωσία έφτασε στον πόλεμο και λέει πολλά για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και την ψυχική κατάσταση στην οποία βρίκσεται ο ανώτατος ηγέτης της Ρωσίας.
Η εφημερίδα του City, έχοντας πηγές από έξι άτομα κοντά στον Ρώσο πρόεδρο, θέτει τρεις προβληματισμούς.
Κατά πρώτον, την αυξανόμενη απομόνωση του Πούτιν, μια κατάσταση στην οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια, η οποία μάλιστα μεγάλωσε κατά τα χρόνια της πανδημίας, με τον Ρώσο πρόεδρο να έχει αποσυρθεί στην ντάτσα του, μακριά από τη Μόσχα.
Ο δεύτερος προβληματισμός των FT είναι η τάση του να περιβάλλεται από ανθρώπους που του λένε μόνο αυτό που θέλει να ακούσει, κρύβοντας προβλήματα, αναποδιές και ελλείψεις.
Και ο τρίτος είναι ένας μεσσιανικός εθνικισμός, που τον οδηγεί να φαντάζεται τον εαυτό του ως τον μόνο ικανό να υπερασπιστεί και να ανοικοδομήσει - αν όχι τη Σοβιετική Ένωση - τουλάχιστον μια Μεγάλη Ρωσία, της οποίας τα δύο γειτονικά κράτη της Λευκορωσίας - που βρίσκεται de facto κάτω από ρωσική επιρροή - αλλα και της Ουκρανίας, η οποια προσπαθεί εδώ και χρόνια να ξεφύγει από τη ρωσική επιρροή υιοθετώντας μια δυτικού τύπου δημοκρατία, θα αποτελούν κύριους παίκτες.
Πώς συμβαίνει αυτό σύμφωνα με την ανάλυση των FT; Η παραπάνω του ιδέα εξελίχθηκε σταδιακά παίρνοντας αρχικά την απόφαση να εισβάλει στην Ουκρανία το 2014 και να κατακτήσει την Κριμαία και μέρος του Ντονμπάς, χωρίς να προκαλέσει υπερβολικές αντιδράσεις στη Δύση, αφήνοντάς τη να πιστεύει πως ο «δρόμος είναι καθαρός».
Και αυτό, σύμφωνα με την εφημερίδα του Λονδίνου, ενισχύθηκε περαιτέρω σε συνομιλίες που είχε με τον Yurij Kovalchuk, έναν πρώην φυσικό, που το γνώριζε εδώ και πολλά χρόνια, καθώς έχει και αυτός μια λιτή ντάτσα κοντά σε αυτή του μελλοντικού τότε προέδρου.
Λόγω της φιλίας τους, ο Κοβάλτσουκ έγινε έπειτα τραπεζίτης, μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης και μυστικός διαχειριστής της προσωπικής περιουσίας του Πούτιν, με τον οποίο μοιράζεται ένα πάθος για την αυτοκρατορική Ρωσία και θεωρίες συνωμοσίας για τα σχέδια της Αμερικής για μια παγκόσμια κυριαρχία.
Και επιστρέφουμε στον Λαβρόφ, ο οποίος όπως λέει, όλα αυτά οδήγησαν τον Πούτιν να «συμβουλεύεται» τους τρεις μεγαλύτερους τσάρους της ρωσικής ιστορίας, με τους οποίους ο Ρώσος πρόεδρος νομίζει ότι μοιράζεται κοινά στοιχεία και πως είναι ο τέταρτος τσάρος στη σειρά που θα φτιάξει τη Μεγάλη Ρωσία.
Φυσικά, για όσους γνωρίζουν την ιστορία, οι τρεις τσάροι της Ρωσικής Αυτοκρατορίας είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, αναφέρουν επίσης οι FT.
Ο Πέτρος ήταν ένας φιλοευρωπαίος, ο ηγεμόνας που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο ήθελε να εκσυγχρονίσει τη Ρωσία και να την κάνει πλήρες μέλος της πολιτισμένης Ευρώπης. Αντίθετα, ο Ιβάν ήταν σλαβόφιλος, ένας μονάρχης που ξεχώριζε πάνω από όλα για την αγριότητα που ήταν και αυτή που του χάρισε το παρατσούκλι του: «Τρομερός».Ο άνθρωπος που τύφλωσε τον αρχιτέκτονα του καθεδρικού ναού του Αγίου Βασιλείου, μόλις ολοκληρώθηκε το έργο , ώστε να μην μπορέσει ποτέ ξανά να δημιουργήσει ένα εξίσου όμορφο κτίριο. Αλλά και στους δύο, ο Πούτιν μάλλον βλέπει το ιστορικό μεγαλείο που φιλοδοξεί να αποκτήσει.
Η τραγωδία για αυτόν αλλά και για τον λαό του, σημειώνουν οι FT, είναι πως μάλλον μοιάζει στην τρίτη φιγούρα αυτής της αυτοκρατορικής τριάδας, στην τσαρίνα Αικατερίνη.
Διάσημη επειδή ο Κόμης Ποτέμκιν είχε χτισμένες προσόψεις παλατιών διαρκούσης της αυτοκρατορίας της, χωρίς τίποτα πίσω, για να την παραπλανήσει για το μεγαλείο της Ρωσίας, τα «χωριά Ποτέμκιν» όπως ειρωνικά μετονομάστηκαν στο όνομά της.
Όπως η Μεγάλη Αικατερίνη, έτσι και σήμερα ο Πούτιν είναι αιχμάλωτος της ίδιας ψευδαίσθησης, που στην πραγματικότητα έχει μια ανύπαρκτη δύναμη, που μετατρέπει τις ήττες σε νίκες και που τον ώθησε να επαναφέρει τον πόλεμο στην Ευρώπη, εισβάλοντας στην Ουκρανία, παρασύροντας τον ρωσικό λαό προς μια καταστροφή μαζί και τον λαό της Ουκρανίας.
Αν ειναι αλήθεια αυτό που αποκάλυψε ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, αν ακόμη δηλαδή και ο ίδιος ο ΥΠΕΞ του τον φαντάζεται ως έναν Σλάβο «Άμλετ» να κάνει φανταστικούς νυχτερινούς διαλόγους με τσάρους αιώνωνν πριν, η παρασκηνιακή αναφορά των FT, αποκαλύπτει κάτι άλλο. Πως δηλαδή η ομόφωνη συναίνεση που έδειξαν οι ανώτεροι αλλά και οι επιχειρηματικοί κύκλοι της Μόσχας στην απόφασή του για την εισβολή δεν είναι παρά αμφιβολία προς το πρόσωπο του Ρώσου προέδρου και πως παραμένουν στην σκιά του μόνο από φόβο και περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να κάνουν κίνηση.
Έναν χρόνο μετά την έναρξη της εισβολής, όσο περισσότερο η Ρωσία θα χάνει τις μάχες εναντίον της Ουκρανίας, τόσο περισσότερο η Δύση θα μένει ενωμένη και θα ανεβάζει το τίμημα της εισβολής μέσω των κυρώσεων.
Και τόσο πιο κοντά θα έρθει η στιγμή που νέοι, επίδοξοι μπογιάροι (boyars)* θα φέρουν τον λογαριασμό στον wanna be τσάρο. Τώρα, με σφαίρα θα είναι; με κυάνιο ή με άλλο μέσο; μένει να φανεί, καταλήγει η βρετανική εφημερίδα.