Μακάρι να μπορούσαμε να μοιραστούμε έτσι και τον δικό μας πόνο 

 
Το άρθρο του γνωστού Τουρκοκύπριου δημοσιογράφου Σενέρ Λεβέντ για εκείνους που έγραψαν στα social media «να είναι μπόλικες οι πυρκαγιές σου Ελλάδα»

Ενημερώθηκε: 28/07/18 - 04:30

Του Σενέρ Λεβέντ*

Αρθρογράφος: Σενέρ Λεβέντ

Τελικά πόσοι άνθρωποι υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο στους οποίους πρέπει να μάθουμε ότι ο πόνος και το δάκρυ δεν έχουν φυλή, θρησκεία και έθνος. Η πρόταση που γράφεται πιο πολύ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε σχέση με την τρομερή πυρκαγιά στην Ελλάδα είναι η εξής: «Ο πόνος δεν έχει φυλή, θρησκεία και έθνος!».

Είναι σαν το πρώτο μάθημα της αλφαβήτας. Δηλαδή, αν ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή του ζητήματος, το έργο μας είναι δύσκολο. Αλλά αφού υπάρχουν κάποιοι που χάρηκαν γι’ αυτόν τον πόνο λέγοντας «να είναι μπόλικες οι πυρκαγιές σου Ελλάδα», φαίνεται ότι είναι αναπόφευκτο να τους μάθουμε το πρώτο μάθημα της αλφαβήτας.

Ένας άλλος, που έχασε εντελώς την ανθρωπιά του, παρακαλεί να υπάρξουν περισσότεροι νεκροί θεωρώντας ότι είναι μικρός ο αριθμός των νεκρών.

Και κάποιος άλλος έγραψε το εξής ποταπό σχόλιο κάτω από τη σελίδα της εφημερίδας μας στο διαδίκτυο: «Να καούν όλοι σαν λαμπάδες, να μην μείνει έστω και ένας γερός από τους βρομερούς Έλληνες».

Άνοιξα τη σελίδα του και είδα. Και βλέπω πως ήταν και στη λίστα των δικών μου φίλων. Αμέσως τον πακετάρισα βεβαίως. Αλλά δεν έσβησα το σχόλιό του. Για να το δουν και να το διαβάσουν όλοι και να καταλάβουν ποιους έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Ζει στη Λάπηθο, λέει. Είδα τους φίλους του. Και ποιοι δεν βρίσκονται ανάμεσά τους. Οι πιο προοδευτικοί, οι πιο σημαίνοντες άνθρωποι της χώρας. Ένα τέτοιο πράγμα είναι το facebook.

Τέτοια γεγονότα χρησιμεύουν για να καταλάβουμε τι είναι ο καθένας. Κάνω και τώρα μια ευρεία εκκαθάριση στη σελίδα μου, όπως έκανα και στις 20 Ιουλίου. Και άλλες μέρες. Έσβησα όσους εύχονται «Καλή Παρασκευή» κάθε Παρασκευή. Έσβησα όσους εύχονται κατά τις θρησκευτικές μέρες. Αλλά, είναι λύση; Η πατρίδα μας είναι γεμάτη απ’ αυτούς. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών που χαίρονται για τον πόνο του ελληνικού λαού κατάγεται από την Τουρκία. Αλλά υπάρχουν και κάποιοι ανάμεσά μας. Τι μίσος είναι αυτό. Τι εχθρότητα είναι αυτή.

Δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία για το ότι είναι ειλικρινείς όσοι λένε «ο πόνος σας είναι και δικός μας πόνος». Αλλά και εδώ υπάρχουν κάποια ερωτήματα που στριφογυρίζουν στο μυαλό μου. Αφού ο πόνος είναι κάτι που ενώνει, εμείς γιατί δεν μπορούμε να ενωθούμε σε αυτό το νησί; Μήπως δεν ζήσαμε και εμείς τρομερό πόνο εδώ οι δύο κοινότητες; Πόσοι υπάρχουν που πονάει η καρδιά τους και κλαίνε για τα θύματα της άλλης πλευράς; Ακόμα δεν μπορέσαμε καν να μάθουμε να πηγαίνουμε στους τάφους ο ένας του άλλου και να τοποθετούμε λουλούδια. Μήπως δεν πονούν για τις τραγωδίες που ζήσαμε εμείς οι πολιτικοί μας, οι οποίοι τώρα εκδίδουν συλλυπητήρια μηνύματα για τον ελληνικό λαό; Γιατί είναι πιο δύσκολο να μοιραστούμε τον δικό μας πόνο από το να μοιραστούμε τον πόνο του ελληνικού λαού; Θέλω να το δω αυτό και σε όσους λένε «ο πόνος σας είναι και δικός μας πόνος». Πώς μπορούν να μοιράζονται τον πόνο του ελληνικού λαού τώρα εκείνοι που από την άλλη αναφέρονται συνεχώς στην ελληνική βαρβαρότητα στην Κύπρο; Δεν μου φαίνονται ειλικρινείς.

Κάποιοι υπενθύμισαν κάτι σε όσους χάρηκαν για τον πόνο της πυρκαγιάς. Τους υπενθύμισαν τον σεισμό στο Γκιολτζούκ στην Τουρκία το 1999. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που έτρεξαν για να βοηθήσουν την Τουρκία σε αυτήν τη συμφορά του σεισμού. Ένα μεταγωγικό αεροπλάνο της Ελληνικής Αεροπορίας. Μια ομάδα επείγουσας ιατρικής βοήθειας αποτελούμενη από 11 γιατρούς. Μια 25μελής ομάδα ειδικών για να συμμετάσχει στις επιχειρήσεις διάσωσης. Ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά. Και υλικό πρώτων βοηθειών. Όλα αυτά τα μετέφεραν στην Τουρκία τρία ελληνικά αεροπλάνα. Και τώρα εσύ χαίρεσαι που κάηκαν άνθρωποι και πέθαναν λέγοντας «να έχεις μπόλικες πυρκαγιές Ελλάδα».

Φοράς ανθρώπινα ρούχα. Αλλά δεν είναι άνθρωπος. Ο ποιητής λέει για τους στρατιώτες των ναζί ότι «ήταν στρατιώτες για τον θάνατο των οποίων δεν κλαίει κανείς».

Και εσύ είσαι σαν αυτούς. Η ανθρωπότητα θα σωθεί όταν εσύ και οι όμοιοί σου εξαλειφθείτε από αυτό τον κόσμο. Αν έχει βρομίσει τόσο πολύ η γη, ο ουσιαστικός λόγος γι’ αυτό είστε εσείς. Δεν ξέρω πόσοι από αυτούς υπάρχουν ανάμεσά μας. Αλλά υπάρχουν.

Ο όχλος που ήρθε να μας λιντσάρει έχει ζυμωθεί με το ίδιο μίσος και την ίδια έχθρα. Αυτοί μας επιτίθενται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθημερινά με τις ίδιες βρισιές. Καθημερινά λαμβάνουμε πολύ χειρότερες απειλές θανάτου και βίας από αυτές που λαμβάνει η αγαπητή Μαρία Σιακαλλή στον νότο επειδή συνέβαλε στην ετοιμασία του γνωστού Γλωσσαρίου. Έχουμε συνηθίσει πια. Και δεν τις λαμβάνουμε υπόψη. Δεν τις καταγγέλλουμε στην Αστυνομία. Ούτως ή άλλως είναι ανώφελο.

Είδαμε ότι είναι εναντίον μας και η Αστυνομία. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι έστω και αν μας σκοτώσουν, θα μας γράψουν και εμάς στα ανεξιχνίαστα εγκλήματα όπως έκαναν με τον Κουτλού Ανταλί. Και το χειρότερο, κάποιοι θα πουν «ε, μα κι αυτοί το παράκαναν».

*Ο Σενέρ Λεβέντ γεννήθηκε το 1948 στην Λευκωσία. Το 1969 μετέβη στην Σοβιετική Ένωση για να σπουδάσει δημοσιογραφία στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ στην Μόσχα. Αποφοίτησε το 1975 αποκτώντας τον τίτλο «μάστερ». Από το 1979 μέχρι το 1990 διατέλεσε διευθυντής σύνταξης σε διάφορες εφημερίδες στην Κύπρο. Το 1990 μετέβη ξανά στην Μόσχα ως διαπιστευμένος ανταποκριτής. Το 1997 επαναπατρίστηκε και εξέδωσε την εφημερίδα “Avrupa”. Από το 2001 εκδίδει την εφημερίδα “Afrika”.

ΠΗΓΗ: Το άρθρο του τουρκοκύπριου δημοσιογράφου Σενέρ Λεβέντ δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα politis.com.cy