«Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι περιστασιακό «ατύχημα» της ιστορίας. Ούτε φυσικά ο Μπόρις Τζόνσον, ούτε ο Νάιτζελ Φάρατζ. Αποτελούν εκδηλώσεις ενός φαινομένου το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως το «Λυκόφως των πολιτικών ηγεσιών». Της σταδιακής μεν αλλά ωστόσο δραματικής έκπτωσης της Δημοκρατικής εκπροσώπησης στην Δύση.» (Ο Τραμπ ως «ατύχημα» της ιστορίας!, 7/1/2020).
Πριν από τις εκλογές των ΗΠΑ μια εφημερίδα είχε το ευφυές σχόλιο: «Υπάρχουν και καλά νέα. Ο ένας από τους δύο θα χάσει». Το σχόλιο απεικονίζει ρεαλιστικά την πραγματικότητα αφαιρώντας τις όποιες προσωρινές ψευδαισθήσεις δημιουργεί η εκλογή Μπάιντεν. Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έπεσε από τον ουρανό.
Υπήρξε η επιλογή μιας κοινωνίας τα αδιέξοδα της οποίας είναι μεγάλα και συνεχώς διευρύνονται. Το απογοητευτικό είναι ότι αυτό δεν αφορά μόνο την κοινωνία της υπερδύναμης αλλά και όλων των άλλων χωρών της Δύσης. Στα καθ’ ημάς αρκεί να αναλογιστούμε την δραματική έκπτωση που επήλθε στην πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της χώρας. Έκπτωση που κερδίζει τον τίτλο «Το λυκόφως της πολιτικής».
Αν με τις εκλογές του Νοεμβρίου τελείωσε η παρουσία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο ο «Τραμπισμός» παραμένει ισχυρός στην καρδιά της Αμερικάνικης κοινωνίας. Είναι αναμφισβήτητο ότι, αν δεν υπήρχε η πανδημία και ο τρόπος που την αντιμετώπισε, θα είχε επανεκλεγεί. Άλλωστε παρά την ήττα του η μάχη ήταν αμφίρροπη μέχρι το τέλος. Φυσικά δεν αποτελούν επαρκείς δικαιολογίες οι όποιες αδυναμίες και ανεπάρκειες του Μπάιντεν.
Αντίθετα η επιλογή του τελευταίου ως αντιπάλου του Τραμπ φανερώνει την αδυναμία του συστήματος –ίσως και την αδιαφορία, που όμως είναι συνώνυμη της αδυναμίας- να επιλέξει τον ηγέτη που αρμόζει για την «νέα Ρώμη». Το γεγονός αυτό, της αδυναμίας ή αδιαφορίας, αποδεικνύει από μόνο του την μετατόπιση των κέντρων ισχύος από την πολιτική στην οικονομία. Άλλοι παίρνουν τις αποφάσεις, όχι οι πολίτες μέσω των ηγετών τους.
Η κατάληψη του Καπιτωλίου -από ένα γραφικό και αφιονισμένο πλήθος- ήταν ένα μοιραίο επεισόδιο της προϊούσας κοινωνικής φθοράς και των αδιεξόδων που δημιουργεί η νέα πολιτική και οικονομική πραγματικότητα. Το «Αμερικανικό Όνειρο» εξελίσσεται σε εφιάλτη για δεκάδες εκατομμύρια πολίτες. Η συνεχής διεύρυνση των ανισοτήτων και η περιθωριοποίηση μεγάλου μέρους των πολιτών -την οποία προκάλεσε η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας- υπονόμευσαν την Δημοκρατία στον πυρήνα της. Την πολιτική της εκπροσώπηση.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι του Τραμπ είχε προηγηθεί ο Μπους ο νεώτερος, –εγνωσμένης «ευφυΐας», αντίστοιχης του δικού μας George- ο οποίος αποφάσισε -ή υλοποίησε τις αποφάσεις άλλων- για τους πολέμους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Δεν είναι γνωστό ποια ακριβώς προβλήματα αντιμετώπισαν αυτές οι εισβολές, εκείνο όμως που είναι γνωστό είναι ότι κόστισαν την ζωή σε χιλιάδες Αμερικανούς και σε εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανούς και Ιρακινούς ενώ κληροδότησαν στην Ευρώπη όχι μόνο ένα νέο κύμα τρομοκρατίας αλλά και το προσφυγικό πρόβλημα.
Η ευωχία που δημιούργησε στον Δυτικό κόσμο η πτώση του Ανατολικού Μπλοκ, και αυτό που ερμηνεύθηκε ως η οριστική επικράτηση του Δυτικού μοντέλου πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης, λειτούργησε παραπλανητικά. Οι «προφητείες» Χάγιεκ και Φουκουγιάμα διαψεύσθηκαν. Οι εξελίξεις απέδειξαν ότι, όπως δεν υπάρχει μαρξιστικό οικονομικό «κοράνι», έτσι δεν υπάρχει, αντίστοιχα, και νέο-φιλελεύθερο πολιτικό και οικονομικό «ευαγγέλιο».
Αντίθετα η εξάλειψη του «αντίπαλου δέους» και η φανερή ή συγκεκαλυμμένη εφαρμογή αυτού του «ευαγγελίου» υπονόμευσε τους θριαμβευτές του «πολέμου» Ανατολής-Δύσης εκ των έσω. Υπέσκαψε τα θεμέλια της δημοκρατίας, υποτάσσοντας τους θεσμούς στα οικονομικά συμφέροντα, εκτινάσσοντας τις ανισότητες, μετατοπίζοντας τα κέντρα αποφάσεων και εξουσίας, υποβαθμίζοντας και περιθωριοποιώντας την πολιτική εκπροσώπηση.
Η διαρκής βελτίωση του βιοτικού επιπέδου μετά τον πόλεμο, η διεύρυνση της μεσαίας τάξης, η ενίσχυση των ελευθεριών και των δικαιωμάτων, η ασπίδα του κοινωνικού κράτους και η περιορισμένη ανεργία επέτρεψαν την μεταφορά των παραγωγικών μονάδων σε χώρες χαμηλού κόστους εργασίας δίχως αντιδράσεις. Μόνο που, η εισαγωγή της παραγωγής αυτών των μονάδων έπρεπε να διευκολυνθεί με την κατάργηση ή την εκμηδένιση των δασμών, γεγονός που στην πορεία οδήγησε στο κλείσιμο της εγχώριας παραγωγής.
Το δίδαγμα είναι ότι, όταν, επιδιώκοντας το κέρδος κάνεις εξαγωγή τεχνολογίας και επιπλέον εκπαιδεύεις ανθρώπινο δυναμικό σε μια χώρα, την διευκολύνεις να αυτονομηθεί και να παράγει στην συνέχεια τα δικά της ανταγωνιστικά προϊόντα τα οποία λόγω χαμηλού κόστους είναι ασυναγώνιστα. Εσύ εν τω μεταξύ έχεις να αντιμετωπίσεις τα εσωτερικά σου προβλήματα που προκύπτουν από την διογκούμενη ανεργία, την φτώχια και τα κοινωνικά αδιέξοδα. Αυτή ήταν η μια από τις «ευαίσθητες χορδές» που άγγιξε ο Τραμπ με το “America first” και τις αποφάσεις επιβολής απαγορεύσεων και δασμών προς την Κίνα.
Ιδιαίτερα το μοντέλο της Κίνας δείχνει το ένα σκέλος της αποτυχίας των «προφητειών» Χάγιεκ και Φουκουγιάμα. Ο οικονομικός καλπασμός της Κίνας αποδεικνύει –για την ώρα τουλάχιστον- ότι μπορείς να επιτύχεις ραγδαία οικονομική ανάπτυξη, χωρίς δημοκρατία δηλαδή δίχως πολιτικές ελευθερίες. Σε πολύ μικρότερο βαθμό το ίδιο παρατηρείται και στην Ρωσία αλλά και σε άλλες χώρες όπως η γειτονική μας Τουρκία.
Η ουσιαστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των λαών επιτρέπει στις ηγεσίες τους να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν την διεθνή θέση των χωρών τους. Φυσικά αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι χώρες αυτές πρέπει να αποτελέσουν πρότυπο πολιτικής διακυβέρνησης. Αποδεικνύουν όμως ότι ο «βασιλιάς είναι γυμνός», δηλαδή ότι η περιβόητη ταύτιση της ελεύθερης οικονομίας με την δημοκρατία είναι μύθος.
Η απομυθοποίηση αυτή διευκολύνεται από την ουσιαστική υποβάθμιση της δημοκρατίας σε πολλές χώρες στη Δύση. Όλο και πιο έντονα γίνεται αισθητή η φασματικότητα αυτής της «δημοκρατίας». Η εμπιστοσύνη στην ισότητα των ευκαιριών, στην ισότητα έναντι της δικαιοσύνης, στην κοινωνική προστασία, στην λειτουργία των ΜΜΕ, στις συλλογικές οργανώσεις και τους πολιτικούς φορείς έχει πληγεί ανεπανόρθωτα.
Οι πολίτες γυρίζουν την πλάτη, απέχοντας από τις διαδικασίες που τις θεωρούν πλασματικές, ή όταν συμμετέχουν το κάνουν με όρους οπαδών αθλητικού σωματείου όπως έδειξαν τα πρόσφατα γεγονότα στις ΗΠΑ. Αλλά και πριν από αυτά το έχει δείξει η γενικευμένη και συνεχώς επιδεινούμενη υποβάθμιση των πολιτικών ηγεσιών. Η ολοσχερής και καταθλιπτική απαξίωσή τους. Είναι φανερό ότι η «δημοκρατία» της Δύσης είναι βαθιά ελλειμματική και βαριά άρρωστη.
Η εισβολή στο Καπιτώλιο δείχνει ότι δεν αρκεί να «βάζεις τα σκουπίδια κάτω από το χαλί». Δεν αρκεί να αντικαθιστάς, ως «εχθρούς του λαού», τους «πράκτορες του κομουνισμού» με την «Ρώσικη μαφία» και τους «ισλαμιστές τρομοκράτες». Δεν αρκεί να λιθοβολείς τους «χαραμοφάηδες του Νότου» με τις «μεγάλες συντάξεις» και τους «χαραμοφάηδες του Δημοσίου» με τους «μεγάλους μισθούς». Γιατί, όπως έχει πει ο Αβραάμ Λίνκολν, «μπορείς να ξεγελάς λίγους για πάντα, πολλούς για λίγο, αλλά όχι όλους για πάντα», η πραγματικότητα αργά ή γρήγορα εκδηλώνεται και τιμωρεί.
Φυσικά το μεγάλο στοίχημα πριν από τις οποιεσδήποτε οικονομικές ρυθμίσεις είναι η αναγέννηση της πολιτικής. Η επανάκτηση της πρωτοκαθεδρίας της κοινωνίας έναντι της οικονομίας και των συμφερόντων. Γιατί είχε λάθος ο Κλίντον. It isn’t the economy, but the society stupid που καταξιώνει την πολιτική και τους πολιτικούς.