Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες μιας νέας υβριδικής απειλής: της εργαλειοποίησης των μεταναστών ως μέσου άσκησης πολιτικής πίεσης.
Κάθε μέρα χιλιάδες μετανάστες επιχειρούν να εισέλθουν στην ΕΕ μέσω της Λευκορωσίας. Πολλούς από αυτούς τους σταματούν στα σύνορα και οι ίδιοι στήνουν αυτοσχέδιους καταυλισμούς ώστε να προστατευτούν από το έντονο ψύχος καθώς συνοριοφύλακες τους παρακολουθούν πίσω από φράχτες με συρματοπλέγματα. Δεν προσπαθούν να ξεφύγουν από κάποιο πόλεμο σε γειτονική χώρα. Προσκλήθηκαν με ψευδείς υποσχέσεις, έφτασαν εκεί με αεροπλάνα, τους παρέλαβαν και τους μετέφεραν με λεωφορεία στα σύνορα με την Πολωνία, από το Εθνικό Αεροδρόμιο του Μινσκ.
Το δράμα αυτό εκτυλίσσεται στη βάση ενός σεναρίου, προσεκτικά ενορχηστρωμένου, που έχει στόχο να χρησιμοποιήσει αυτούς τους ανθρώπους ως εργαλείο υβριδικής αποσταθεροποίησης. Έχει σχεδιαστεί για να ασκήσει πίεση και να διχάσει τα δημοκρατικά έθνη της ΕΕ ώστε να υποχωρήσουν έναντι του Alexander Lukashenko. Ο τελευταίος είναι πεπεισμένος ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει τον ανθρώπινο πόνο ώστε να αναγκάσει την Ευρώπη να εγκαταλείψει την επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος του καθεστώτος του. Δεν μπορούμε να δεχτούμε την επιβολή αυτής της στρατηγικής, ούτε τώρα ούτε στο μέλλον.
Ο Πρόεδρος Lukashenko αντλεί έμπνευση από μία στρατηγική που έχει ήδη δοκιμαστεί και η οποία έσπειρε το χάος και τη δυστυχία στα σύνορα της Ευρώπης. Τον Μάρτιο του 2020, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι χωρίς έγγραφα ταυτοποίησης κατέφθασαν μαζικά στα χερσαία σύνορα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Τότε -όπως και τώρα- άνδρες, γυναίκες και παιδιά εργαλειοποιήθηκαν από έναν επιθετικό γείτονα ο οποίος επιδιώκει αποτελέσματα τα οποία έρχονται σε αντίθεση με τις αξίες και τις αρχές της Ευρώπης.
Η Ευρώπη δεν πρέπει να υποχωρήσει και θα πρέπει να πει «αρκετά». Η εργαλειοποίηση των μεταναστών θα χρησιμοποιηθεί ξανά και ξανά εις βάρος της Ευρώπης όσο οι χώρες της ΕΕ δεν λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να αντιμετωπίσουν δύο κομβικής σημασίας αδυναμίες: την έλλειψη μιας δίκαιης, συνεκτικής, αποτελεσματικής και σταθερής Ευρωπαϊκής πολιτικής. Και την απουσία ουσιαστικής δράσης για την πάταξη του φαινομένου της διακίνησης ανθρώπων υπό την καθοδήγηση, είτε εγκληματιών, είτε κυβερνήσεων τρίτων χωρών.
Αν δεν λυθούν αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα, όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ που βρίσκονται στα εξωτερικά της σύνορα -όπως η Ελλάδα ή η Πολωνία- κινδυνεύουν να βρεθούν αντιμέτωπα με την ίδια πίεση τα επόμενα χρόνια. Ο επόμενος στόχος μιας τέτοιας επίθεσης θα μπορούσε να είναι η Ρουμανία, η Βουλγαρία ή ακόμα και η Φινλανδία ή η Εσθονία.
Τα έθνη που προστατεύουν τα σύνορα της ΕΕ δεν μπορεί να αφεθούν μόνα τους να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Μια ενεργός αντίδραση προϋποθέτει την αλληλεγγύη ανάμεσα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ και παράλληλα μια πιο ισχυρή απάντηση σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής που θα περιλαμβάνει και την επιβολής κυρώσεων κατά των χωρών που χρησιμοποιούν ανθρώπους για υβριδικές επιθέσεις.
Ενώ οι δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προσανατολίζονται στη σωστή κατεύθυνση, θα πρέπει εκτός από τις ad-hoc λύσεις να θέσουμε σε λειτουργία και σταθερούς μηχανισμούς, με διάρκεια, που θα παρεμποδίζουν την επανάληψη αντίστοιχων καταστάσεων στο μέλλον. Η προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, με όλα τα διαθέσιμα μέσα, δεν είναι μόνο ευθύνη των εθνικών αρχών. Είναι μια κοινή Ευρωπαϊκή υποχρέωση η οποία βρίσκεται στη βάση της κοινής μας ασφάλειας.
Η Ελλάδα έχει ενισχύσει τις εν εξελίξει δράσεις της, από κοινού με ευρωπαϊκές και γειτονικές χώρες, για τη διαχείριση του μεταναστευτικού με τον πιο ανθρώπινο, νόμιμο και εποικοδομητικό τρόπο. Λειτουργούμε αποκλειστικά στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δικαίου και ενώ προστατεύουμε ενεργά τα σύνορα της Ευρώπης, παράλληλα έχουμε χορηγήσει χιλιάδες επαγγελματικές visa κατά τον τελευταίο χρόνο και έχουμε επεξεργαστεί πολλά αιτήματα ασύλου. Πρόσφατα, η Ελλάδα απομάκρυνε με ασφάλεια και πλέον φιλοξενεί, για αμιγώς ανθρωπιστικούς λόγους, 700 ευάλωτους Αφγανούς: γυναίκες βουλευτές, δικαστές, ανθρώπους του πνεύματος όπως και τις οικογένειές τους, των οποίων η ζωή βρισκόταν σε κίνδυνο.
Ωστόσο, σε καθημερινή βάση συνεχίζονται οι παρακινδυνευμένες απόπειρες εισόδου στην Ευρώπη με πλωτά μέσα, οι οποίες γίνονται με την υποστήριξη δικτύων διακινητών. Αυτό -όπως και η κατάσταση στη Λευκορωσία - θα πρέπει να σταματήσει. Αυτοί που αντιτίθενται στα μέτρα προστασίας των συνόρων μας, θα έπρεπε, έστω για ένα δευτερόλεπτο, να σκεφτούν ότι ενδεχομένως παίζουν το παιχνίδι εκείνων που νοιάζονται πολύ λιγότερο για τις ανθρώπινες ζωές και πολύ περισσότερο για την πολιτική ισχύ.
Η χώρα μας, κι εγώ προσωπικά, θα συνεχίσουμε να ασχολούμαστε εποικοδομητικά με το ζήτημα της μετανάστευσης, και είμαστε έτοιμοι να υποστηρίξουμε τους εταίρους μας σήμερα, όπως άλλωστε και αυτοί μας υποστήριξαν όταν αντιμετωπίσαμε την κρίση στον Έβρο. Θα εξακολουθήσουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να συνεχίσουμε να σώζουμε ανθρώπινες ζωές. Αλλά δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια απέναντι στο γεγονός ότι η μετανάστευση έχει μετατραπεί σε ένα εργαλείο για καθεστώτα, όπως αυτό της Λευκορωσίας. Η Ευρώπη θα πρέπει σύντομα να βρει μια απάντηση σε αυτή τη νέα υβριδική απειλή για να προστατεύσει τόσο την σταθερότητα των κοινωνιών μας, όσο και τα ανθρώπινα θύματα τέτοιων μεθοδεύσεων.
*Το άρθρο του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη δημοσιεύθηκε στη γαλλική εφημερίδα «Le Figaro»