Συγκεντρώθηκε, παλιά, το κονκλάβιο των καρδιναλίων όχι για να εκλέξει νέο Πάπα αλλά για να επιλέξει τον ρυθμό του νέου καθεδρικού ναού της πόλης. Δεν συμφωνούσαν όμως στον ρυθμό.
Άλλοι ήταν υπέρ της Βασιλικής ή της Βασιλικής με τρούλο.
Άλλοι υποστήριζαν τον σταυροειδή με τρούλο ή τον οκταγωνικό με τρούλο.
Άλλοι τον ρομανικό και άλλοι με φανατισμό τον γοτθικό ρυθμό.
Η διαμάχη κράτησε καιρό και στην προσπάθεια να υπάρχει συναίνεση κάθε ομάδα υποχωρούσε αλλοιώνοντας τα χαρακτηριστικά του ρυθμού που υποστήριζε.
Στο τέλος υπήρξε ευρύτατη συμφωνία και ο καθεδρικός χτίστηκε. Μόνο που τελικά έμοιαζε με κάτι… σαν τίποτε. Ανέλαβαν τότε οι διάκονοι με κηρύγματα να πείσουν το Χριστεπώνυμο πλήρωμα της εκκλησίας ότι δεν έχει τελικά σημασία ο ρυθμός του νέου ναού αλλά η συμφωνία των καρδιναλίων.
Η προσπάθεια να γίνει αποδεκτός ο νέος ναός πέτυχε αν και πουθενά δεν υπήρξε αντίγραφό του. Έτσι όταν σε λίγα χρόνια ο νέος ναός κατέρρευσετίποτα δεν έμεινε στην μνήμη των ανθρώπων να τον θυμίζει.
«Η επιλογή του Πρωθυπουργού για την Προεδρία της Δημοκρατίας δεν έγινε με κομματικά –ούτε βεβαίως με εσωκομματικά- κριτήρια. Γι’ αυτό και κατάφερε να συγκεντρώσει την αποδοχή των μεγαλύτερων πολιτικών δυνάμεων. Το πρόσωπο της υποψήφιας, ωστόσο, έχει από μόνο του την ακτινοβολία ενός νέου υποδείγματος στην δημόσια ζωή. Ενός υποδείγματος που υπερβαίνει τα παλαιοκομματικά στερεότυπα και κατατάσσει τους φορείς τους στο παρελθόν». Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 19/1/2020.
Το κύριο άρθρο της εφημερίδας είναι ένα μόνο μικρό δείγμα της πλύσης εγκεφάλου που έχει αρχίσει και θα ενταθεί το επόμενο διάστημα στην προσπάθεια να γίνει αποδεκτή η επιλογή του Πρωθυπουργού. Το επιχείρημα «της ευρύτατης συναίνεσης» είναι φυσικά σαθρό.
Γιατί δεν έχει σε τελική ανάλυση μεγαλύτερη σημασία η συμφωνία –όπως επιχειρούν να μας πείσουν- από το αποτέλεσμά της. Αφήνοντας στην άκρη τα πρόσωπα της επικαιρότητας –για ευνόητους λόγους- και μεταφέροντας την επιχειρηματολογία των ημερών στο παρελθόν έχουμε τον εξής παραλογισμό.
Η νέα Πρόεδρος –η οποία όπως φαίνεται θα συγκεντρώσει την ιστορικά μεγαλύτερη πλειοψηφία- είναι καλύτερο «νέο υπόδειγμα» από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, από τον Κωστή Στεφανόπουλο, από τον Κάρολο Παπούλια. Μην τρελαθούμε.
Αν δεν ήταν άκρως επικίνδυνο θα ήταν αστείο μέχρι γελοιότητας. Αλλά δυστυχώς είναι επικίνδυνο και μάλιστα με δύο ιδιαίτερα σημαντικές συνιστώσες.
Η πρώτη από αυτές είναι ότι επιλέγεται ο «τύπος» αντί της ουσίας. Είναι η καταλληλότερη επιλογή αυτή που έκανε ο Πρωθυπουργός; Έχει η προτεινόμενη τα καλύτερα –ή ακόμα χειρότερα τα αναγκαία- εφόδια για τον ρόλο ο οποίος της επιφυλάσσεται; Γιατί δεν έχει σε τελική σημασία τόσο ο ρόλος που φαντάζεται η κυβέρνηση για τον Π.τ.Δ. αλλά η δυνατότητα του τελευταίου να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων προς όφελος του Έθνους, της Δημοκρατίας και των πολιτών.
Η δεύτερη και πιο επικίνδυνη παράμετρος του «νέου υποδείγματος» είναι η τοποθέτηση όσων «διακονούν» -στην πραγματικότητα οφείλουν να διακονούν- την αλήθεια και την ενημέρωση ασκώντας το αμερόληπτο καθήκον της κριτικής.
Κριτική της εξουσίας και των κοινωνικών στρεβλώσεων. Να κινητοποιούν την σκέψη, όχι να την αποτρέπουν.
Σε καμία περίπτωση όμως αποπροσανατολισμός και χειραγώγηση των πολιτών. Γιατί αυτό παραπέμπει στην εφιαλτική μελλοντολογία του Όργουελ.
Ή μήπως το «1984» δεν είναι πλέον μέλλον αλλά παρόν;