Ενώ η Ελλάδα και η Κύπρος είναι δύο διχασμένες χώρες, όπως απέδειξε η προεκλογική περίοδος για τις ευρωεκλογές, οι σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας και η παραδοσιακή φιλία μεταξύ των δύο χωρών, που έχει «τραυματιστεί» τα τελευταία χρόνια με ευθύνη του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, κινδυνεύει να διαλυθεί.
Οι σχέσεις, θα έλεγα, βρίσκονται στην πιο κρίσιμη φάση της ιστορίας τους. Με τα σημερινά δεδομένα, η ρήξη βρίσκεται στη γωνία, και αν ο δεν υποχωρήσει θα δει τη χώρα του να δεινοπαθεί και την οικονομία της να καταρρέει. Σε αυτή την πολύ δυσάρεστη κατάσταση για την Τουρκία, αντί στην Ελλάδα και την Κύπρο να επικρατεί η ενότητα, οι πολιτικές δυνάμεις είναι διχασμένες και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους. Οι επόμενες 12 ημέρες θεωρούνται οι πιο κρίσιμες, καθώς η Τουρκία καλείται να επιλέξει μεταξύ των δύο πιο ισχυρών της γης, την Αμερική και τη Ρωσία.
Με τα δεδομένα που έχουμε ενώπιον μας, διότι ουδείς μπορεί να υποστηρίξει με βεβαιότητα τι θα πράξει στο τέλος ο κ. Ερντογάν, οι πάντες στην Ουάσιγκτον, διπλωμάτες, αναλυτές και δημοσιογράφοι, συμφωνούν ότι δεν θα υποκύψει στο αμερικανικό τελεσίγραφο και ότι ήδη έχει επιλέξει να προχωρήσει ακόμα «πιο βαθιά» τη συμμαχία του με τον . Αυτή είναι η μία εκδοχή. Οι παραπάνω καταγράφουν βεβαίως ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και ο Τούρκος ομόλογός του, έχουν μία περίεργη «φιλική σχέση», η οποία αν και πέρασε από χίλια κείμενα, παραμένει ισχυρή, όπως τονίζουν σε κάθε ευκαιρία Τούρκοι αξιωματούχοι. Και αυτή είναι η δεύτερη εκδοχή για τις τουρκοαμερικανικές σχέσεις. Και υπονοεί ότι θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μία συμφωνία, που ούτε καν περιγράφεται ακόμα…
Μάλιστα την Πέμπτη και μετά τη δημοσιοποίηση του αμερικανικού τελεσιγράφου από το τηλεοπτικό δίκτυο CNBC, που απαιτεί την ακύρωση της αγοράς των και την αντικατάστασή τους με τους αμερικανικούς Patriot, συνεργάτες του κ. Ερντογάν, που βρίσκονταν στην Ουάσιγκτον διοχέτευσαν την πληροφορία ότι επίκειται συνάντηση του κ. Τραμπ με τον Τούρκο ομόλογό του. Στην αμερικανική πρωτεύουσα πιστεύουν ότι οι Τούρκοι αξιωματούχοι παίζουν καλά το παιγνίδι της «φιλικής σχέσης» των δύο προέδρων, καθώς θέλουν να επιβεβαιώσουν την καταγγελία του κ. Ερντογάν, ότι το «βαθύ κράτος» της Αμερικής έχει αποκλείσει κάθε πρόσβαση του Τούρκου προέδρου στο Λευκό Οίκο.
Ως αποτέλεσμα αυτού του αποκλεισμού, ισχυρίζονται, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί η πολυπόθητη συνεννόηση του κ. Ερντογάν με τον κ. Τραμπ για να λήξει η κρίση που μαστίζει τις σχέσεις. Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, όπως τα παρουσιάζουν οι Τούρκοι. Το γνωστό τουρκικό παζάρι δεν είναι αποτελεσματικό, διότι στην Άγκυρα δεν καταλαβαίνουν το αυτονόητο: ότι το παιγνίδι είναι στρατηγικό και δεν έχει να κάνει με οποιαδήποτε φιλική σχέση του εκάστοτε προέδρου των ΗΠΑ. Υπενθυμίζουν ότι ο πρώην πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα είχε εκπονήσει το δικό του στρατηγικό σχέδιο για την ευρύτερη γειτονιά μας, με το οποίο είχε διαφωνήσει ο πρωθυπουργός του Ισραήλ.
Όσοι μελετούν και διαβάζουν πίσω από τις γραμμές, θυμούνται ότι ο κ. Ομπάμα επειδή ακριβώς συνάντησε την αντίσταση του κ. Νετανιάχου, έστριψε το αμερικανικό «καράβι» προς την Τουρκία και μάλιστα δεν υιοθέτησε την σκληρή στάση των Ισραηλινών απέναντι στο Ιράν. Η πολιτική του πρώην προέδρου των ΗΠΑ για το Ιράν και γενικά την περιοχή, κατέρρευσε με την άνοδο στην εξουσία του κ. Τραμπ, ο οποίος υιοθέτησε την «πολεμική» φρασεολογία των «γερακιών», όπως ο Τζον Μπόλτον και ο Μάικ Πομπέο.
Αυτό το σκηνικό, που περιγράφει τη διαφορά πολιτικής δύο προέδρων της Αμερικής ήταν ένα καλό μάθημα για χώρες όπως η Τουρκία και το Ισραήλ. Η διαφορά έγκειται στο εξής: ότι το Εβραϊκό Κράτος μπορεί πλέον να παίζει διπλωματικά και στρατηγικά μόνο του, ενώ η Τουρκία εξαρτάται ακόμα από τις μεγάλες δυνάμεις.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση της παρούσας κρίσης, βρίσκεται μεταξύ των θηρίων, της Αμερικής και της Ρωσίας. Χωρίς αμφιβολία τον συμφέρει να τα σβήσει όλα και να επιστρέψει στη «θαλπωρή» της Δύσης, που ξεχνά πάντα τις αμαρτίες της Τουρκίας. Όμως, για περίεργους λόγους, που αφορούν την μεγαλομανία του, πιστεύει πια ότι τα συμφέροντα της Τουρκίας προστατεύονται καλύτερα από τη Μόσχα. Οι πάντες, ακόμα και οι συνεργάτες του, ακόμα και ο πολυπράγμων γαμπρός του, έχουν εντοπίσει το λάθος. Αλλά ο Ερντογάν φαίνεται ότι δεν έχει πειστεί ακόμα.
Οπότε, όποιος υποστηρίζει με βεβαιότητα ότι γνωρίζει την τελική απόφαση του προέδρου της Τουρκίας είναι ένας μετά Χριστό «προφήτης». Τα δεδομένα βρίσκονται ενώπιον μας, απλά τον τελευταίο λόγο θα τον έχει η σχιζοφρενική περίπτωση του Σουλτάνου.
Γνώστες του παρασκηνίου του Λευκού Οίκου, επειδή ακριβώς γνωρίζουν τον κ. Τραμπ, δεν επιθυμούν αυτή τη στιγμή να αποκλείσουν οτιδήποτε, ακόμα και μία επίσκεψη του Αμερικανού πλανητάρχη στην Άγκυρα. Γιατί; Επειδή πιστεύει ότι αν συναντήσει τον κ. Ερντογάν θα τον μεταπείσει… Μπορεί.
Αλλά τούτη τη στιγμή ο Τούρκος πρόεδρος «δεν καταλαβαίνει τίποτα»! Τι θέλουν οι Αμερικανοί τα γνωρίζουμε. Τα είπαν άπειρες φορές δημόσια, τα έβαλαν σε χαρτί το οποίο έδωσαν στον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, τα συμπεριέλαβαν και στο τελεσίγραφο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που το αποκάλυψε το δίκτυο CNBC.
Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποκλείουν μεσοβέζικη λύση, άρα -αν πιστέψουμε την αποκάλυψη- απαιτούν την ακύρωση της συμφωνίας για τους S-400. Δεν δέχονται, ας πούμε, τη μεταφορά τους σε άλλη χώρα. Άλλωστε, και ο κ. Ερντογάν έχει απορρίψει αυτή την ταπεινωτική συμφωνία. Είναι προτιμότερο να βρει μία άλλη καλή και πειστική δικαιολογία.
Αλλά, στις ΗΠΑ έχουν ξεκαθαρισμένη εικόνα:
Πρώτον δεν δέχονται σε καμία περίπτωση να χάσουν την Τουρκία. Η αφέλεια τους είναι αστείρευτη, διότι δεν αντιλαμβάνονται καν ότι ο Ερντογάν δεν μπορεί να ανατραπεί, διότι θα βρεθούν ενώπιον μίας απίστευτης αιματοχυσίας.
Δεύτερον, είναι τόσο τουρκολάγνοι μερικοί αξιωματούχοι, που δεν θα είχαν πρόβλημα να αποδεχθούν μία ερμαφρόδιτη λύση.
Όμως, άλλα στελέχη, που συμμετέχουν στις αποφάσεις, όπως ο κ. Μπόλτον και ο κ. Πομπέο, πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν τη γνώμη του κ. Ερντογάν. Την ίδια στιγμή έχουν προετοιμαστεί για το χειρότερο σενάριο, της απώλειας της Τουρκίας. Εάν λοιπόν ο κ. Πούτιν κερδίσει την κατοχική δύναμη με το μέρος του, οι αντιδράσεις θα είναι κολοσσιαίες. Όπως και η αμερικανική οργή. Αυτά που είδαμε το περασμένο καλοκαίρι, που προκάλεσαν την κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας, θα είναι ασήμαντα μπροστά στις κυρώσεις που προβλέπει ο νόμος CAATSA με τον οποίο η Αμερική αντιμετωπίζει τους εχθρούς της.
ΠΗΓΗ: Το άρθρο του Μιχάλη Ιγνατίου δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα hellasjournal.com