7 Ιανουαρίου 1919: Οι Έλληνες στρατιώτες αποβιβάζονται στην Οδησσό, αρχίζοντας έτσι την αχρείαστη πολιτικά και σύντομης ευτυχώς διάρκειας ατυχή εκστρατεία

 
δδδ

Ενημερώθηκε: 07/01/25 - 14:23

Του Λεωνίδα Σ. Μπλαβέρη

Στις 7 Ιανουαρίου 1919, οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες αποβιβάζονται στο μεγάλο λιμάνι του Ευξείνου Πόντου (Μαύρης Θάλασσας), με τον ευημερούντα τότε Ελληνισμό, την Οδησσό της Μεσημβρινής Ρωσίας, όπως ονομαζόταν τότε η Ουκρανία, αρχίζοντας έτσι την αχρείαστη πολιτικά και σύντομης ευτυχώς διάρκειας ατυχή εκστρατεία του Ελληνικού Στρατού.

Θυμίζουμε ότι ο αιματηρότατος Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει λήξει πριν από μόλις δύο μήνες περίπου (Ανακωχή στις 11 Νοεμβρίου 1918) και οι Δυτικοί Σύμμαχοι, με προεξάρχοντες τους Γάλλους, επιθυμούν να εκστρατεύσουν στην Μεσημβρινή Ρωσία, για να αντιμετωπίσουν τους Μπολσεβίκους, η επανάσταση των οποίων το 1917 τους είχε φέρει σε κυρίαρχη θέση στις μεγάλες πόλεις αλλά με πολλά προβλήματα και μεγάλη αντίσταση από πλευράς των πιστών στον Τσάρο στρατευμάτων στην επαρχία της αχανούς Ρωσίας.

Ο τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ελευθέριος Βενιζέλος μόλις πληροφορήθηκε τις διαθέσεις των Γάλλων για την εκστρατεία στην Κριμαία και στην Ουκρανία, έσπευσε ασμένως να θέσει στη διάθεσή τους τη δύναμη ενός ολόκληρου Σώματος Στρατού, του Α’ Σώματος Στρατού, με Διοικητή τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Νίδερ, ενώ στο εκστρατευτικό σώμα συμμετείχαν και επιφανή στελέχη του στρατού, τα οποία αργότερα θα διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο όχι μόνο στη στρατιωτική αλλά και στην πολιτική σκηνή του τόπου, όπως οι τότε Συνταγματάρχες Πεζικού Γεώργιος Κονδύλης και Νικόλαος Πλαστήρας.

Το Ελληνικό Α’ΣΣ, αποτελούμενο από τρεις μεραρχίες, δηλ. ήταν μεγαλύτερη δύναμη αριθμητικώς από εκείνη με την οποία εκστράτευαν οι Γάλλοι και αποτελείτο από δύο μεραρχίες αποικιακών στρατευμάτων με βοηθητικές μονάδες υποστηρίξεως! Όλα αυτά με το «σκεπτικό» των Συμμάχων, δηλαδή των Γάλλων, ότι αυτοί είχαν αρκετά «ματώσει» στη διάρκεια του Α’ΠΠ, ενώ οι Έλληνες όχι καθώς μέχρι το 1916 ήταν ουδέτεροι και δεν συμμετείχαν σε πολεμικές επιχειρήσεις, επομένως δεν είχαν και απώλειες!

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Βενιζέλος, ευελπιστώντας στο να πείσει τον τότε  πρωθυπουργό της Γαλλίας Ζωρζ Κλεμανσώ, να αποδεχτεί και να προωθήσει τις ελληνικές θέσεις που αφορούσαν το μέλλον της Θράκης, της Σμύρνης και των Δωδεκανήσων, αποφάσισε να ενδώσει στις φορτικές πιέσεις των Συμμάχων, συμμετέχοντας στην ουκρανική εκστρατεία.

Όμως η όλη επιχείρηση, έτσι όπως είχε σχεδιαστεί, με τόση προχειρότητα και αδιαφορία, κατέληξε σε ένα μεγάλο φιάσκο και ως προς το σκέλος της ελληνικής συμμετοχής, αλλά και στο σύνολό της.

Εν πρώτοις, δεν υπήρχε οργάνωση μεταφοράς, αλλά ούτε και κάποιος στοιχειώδης προγραμματισμός αποστολής. Έτσι η μεταφορά ενός ολόκληρου Σώματος Στρατού αντί να γίνει ενιαία και ως ενιαίος Μείζον Σχηματισμός, πραγματοποιήθηκε τμηματικώς από τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και της Καβάλας, κυρίως με γαλλικά μεταγωγικά και οπλιταγωγά σκάφη, χωρίς το βαρύ οπλισμό, τα πυροβόλα, τους ίππους και τα άλλα μεταγωγικά κ.ά. Το κάθε τάγμα ουσιαστικώς μεταφερόταν μόνο του, με όποιο πλοίο βρισκόταν ελεύθερο στην περιοχή, με αποτέλεσμα η κάθε μονάδα να φτάνει στην Οδησσό ανεξάρτητα. Εκεί, επειδή δεν υπήρχε ελληνική διοίκηση, αλλά με την άφιξή των κάθε μονάδων του στρατού μας στη Κριμαία και στην Οδησσό, τίθονταν υπό τις διαταγές Γάλλων αξιωματικών και αμέσως διασκορπίζοντας στην ενδοχώρα σε μικρότερες μονάδες, τάγματα και λόχους, χωρίς την παραμικρή μεταξύ τους συνοχή.

Αλλά και οι Γάλλοι δεν είχαν συγκεκριμένο σχέδιο επιχειρήσεων. Συνηθισμένοι να διοικούν Γάλλοι αξιωματικοί, αποικιακά στρατεύματα, με κύριο μέσο τον βούρδουλα και τον εκφοβισμό, επιχείρησαν να διοικήσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο και τον Έλληνα στρατιώτη, ο οποίος ήταν διαφορετικώς μαθημένος, εκπαιδευμένος και αποδεδειγμένως καλός πολεμιστής, αλλά έχοντας τους αξιωματικούς του μπροστά και πρώτους και όχι από πίσω τους με το περίστροφο στο χέρι.

Πάρα πολύ σύντομα διαπιστώθηκε ότι ο προαναφερθείς τρόπος διοικήσεως δεν ήταν ο ενδεδειγμένος επί ελληνικών στρατευμάτων και ουσιαστικώς οι ελληνικές μονάδες «αφέθηκαν» στους Έλληνες Διοικητές τους. Έτσι, αλλά σε καθαρώς τοπικό επίπεδο, όπου δρούσε δηλαδή η κάθε μονάδα, οι Ελληνικές Μονάδες διακρίθηκαν.

Η πρώτη ελληνική μονάδα που συμμετείχε σε μάχη στην εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία, ήταν το 1ο Σύνταγμα Πεζικού της II (2ης) Μεραρχίας, με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Ν. Ρόκα. Στις 24 και 25 Φεβρουαρίου 1919, μεταφέρθηκε στη Χερσώνα όπου απελευθέρωσε τη συμμαχική φρουρά που την πολιορκούσαν ισχυρές δυνάμεις των μπολσεβίκων και επέστρεψε μαζί της στην Οδησσό.

Έπειτα, το 1ο ΣΠ συμμετείχε στην άμυνα της Μπερεζόβκας, όπου και διακρίθηκε. Το 7ο Σύνταγμα Πεζικού (7ο ΣΠ) της II Μεραρχίας, με επικεφαλής του Αντισυνταγματάρχη Δ. Καμμένο (αμφότερα τα Συντάγματα αυτά ήταν κυρίως με Αθηναίους οπλίτες), στις 24 Φεβρουαρίου συμμετείχε στην άμυνα του Νικολάιεφ και από τις 5 ως τις 24 Μαρτίου 1919 κράτησε την κύρια γραμμή αμύνης της Οδησσού, όπου είχαν την έδρα τους οι διοικήσεις της Α’ Συμμαχικής Ομάδος Μεραρχιών και του ελληνικού Α’ ΣΣ.

Το 34ο Σύνταγμα Πεζικού (34ο ΣΠ) του Πειραιώς, με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Χ. Τσολακόπουλο-Ρέμπελο επίσης της II Μεραρχίας, συμμετείχε στη μάχη της Μπερεζόβκας, στη μάχη της Κρεμιδόβκας και στην άμυνα της Οδησσού, διακρινόμενο σε όλες.

Η σημαντικότερη συμμαχική μονάδα στην άμυνα της Κριμαίας, ήταν το 2ο Σύνταγμα Πεζικού (2ο ΣΠ) της XIII (13η) Ελληνικής Μεραρχίας, με Διοικητή του τον Αντισυνταγματάρχη Νεόκοσμο Γρηγοριάδη. Μεταφέρθηκε στη Σεβαστούπολη, στις 10 Μαρτίου 1919, από όπου συμμετείχε στις μάχες του Γιουσούν (23 Μαρτίου) και Εσκίκιοϊ Ζάμα (25 Μαρτίου) και κυρίως στην άμυνα της Σεβαστουπόλεως (πρωτεύουσας της Κριμαίας και σπουδαίου Ναυστάθμου του Ρωσικού Στόλου του Ευξείνου Πόντου. Εκεί, από τις 2 ως τις 14 Απριλίου 1919, οπότε και αποφασίστηκε η εκκένωση της Κριμαίας, απέκρουσε αλλεπάλληλες επιθέσεις του νεοσυγκροτηθέντος τότε «Κόκκινου Στρατού».

Αργότερα, πολλοί ιστορικοί θεώρησαν την προαναφερθείσα επιλογή του Ελ.Βενιζέλου αποτυχημένη, καθώς, όπως σημειώνουν, απέστειλε δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες σε έναν πόλεμο σκοπιμότητος «αδικαιολόγητο και πρόχειρα προετοιμασμένο», ενώ υποστηρίζουν πως αυτή ήταν και η γεννεσιουργός αιτία που λίγο καιρό αργότερα, οι κομμουνιστές που είχαν επικρατήσει πλήρως στη Ρωσία, υποστήριζαν πλήρως και χωρίς προσχήματα τον Μουσταφά Κεμάλ και την Τουρκία στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Τελικώς, η ελληνική συμμετοχή στην εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία, όπως έμεινε στην ιστορία, διήρκεσε 6 μήνες συνολικώς, ήταν η πρώτη ελληνική στρατιωτική επέμβαση εκτός «των εθνικών συνόρων», και οι συνολικές απώλειες των Ελλήνων ανήλθαν σε 398 νεκρούς και 657 τραυματίες.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ