Στις 31 Οκτωβρίου 1922, δύο μόλις μήνες μετά το τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας (1919-1922), που οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή του Ελληνικού Στρατού και τον ξεριζωμό του ακμάζοντος επί αιώνες Μικρασιατικού Ελληνισμού, ξεκίνησε στην Αθήνα και στο Έκτακτο Στρατοδικείο, η ιστορική «Δίκη των Εξ», που στην πραγματικότητα ήταν…οκτώ, και οδήγησε μετά από διαδικασία 16 ημερών στην καταδίκη των έξι από αυτούς εις θάνατον και την αθώωση των υπολοίπων δύο!
Χαρακτηριστικό της σπουδής με την οποία ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες είναι το ότι η ανακοίνωση της ετυμηγορίας στους καταδικασθέντες, που βρίσκονταν στις φυλακές «Αβέρωφ» και η εκτέλεση της ποινής τους στο Γουδή, έγινε αυθημερόν και με διαφορά μόλις 2,5 ωρών!
Η «Επαναστατική Επιτροπή», που είχε αναλάβει την εξουσία αμέσως μετά το πέρας της Μικρασιατικής καταστροφής, με το Κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1922 (Γονατάς, Φωκάς, Πλαστήρας) στη Χίο και στη Λέσβο, και «αναβαθμίστηκε» σε «Επανάσταση» στις 14 Σεπτεμβρίου όταν οι κινηματίες έφτασαν στην Αθήνα, προσήγαγε ενώπιον του Εκτάκτου Στρατοδικείου, με την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας», και βάση της Εκθέσεως της Ανακριτικής Επιτροπής, που υπογράφτηκε στις 24 Οκτωβρίου, αλλά δημοσιοποιήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2022, τους:
- Δημήτριο Γούναρη, αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος και πρωθυπουργό την περίοδο 1921 - 1922
- Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, υπουργό Οικονομικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και πρωθυπουργός το 1922
- Νικόλαο Στράτο, πρωθυπουργό για μερικές μόλις μέρες το 1922 και υπουργό Εσωτερικών το 1922
- Γεώργιο Μπαλτατζή, υπουργό Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
- Νικόλαο Θεοτόκη, υπουργός Στρατιωτικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
- Αντιστράτηγο Γεώργιο Χατζανέστη, Διοικητή της Στρατιάς της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης
- Υποναύαρχο ε.α. Μιχαήλ Γούδας και υπουργό στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
- Υποστράτηγο ε.α. Ξενοφώντα Στρατηγό και υπουργό στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
Στις 13 Οκτωβρίου 1922 εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα «περί συστάσεως και λειτουργίας εκτάκτου στρατοδικείου προς εκδίκασιν των κατά των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής κατηγοριών».
Πρόεδροι της Ανακριτικής Επιτροπής και του Εκτάκτου Στρατοδικείου ανέλαβαν οι Υποστράτηγοι Θεόδωρος Πάγκαλος και Αλέξανδρος Οθωναίος αντιστοίχως, μετά την παροχή σχετικών διαβεβαιώσεων από τον ίδιο τον Πλαστήρα ότι θα εκτελεστεί οιαδήποτε απόφαση του Στρατοδικείου.
Το κατηγορητήριο αποτελείτο από 15 κύρια σημεία, πλήθος από τα οποία «ακροβατούσε» στην αιχμή της νομιμότητος!
Στις 31 Οκτωβρίου 1922, ξεκίνησαν οι εργασίες του Εκτάκτου Στρατοδικείου στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής με πρόεδρο τον Αλέξανδρο Οθωναίο και αναπληρωτή του τον Υποναύαρχο Κωνσταντίνο Βούλγαρη.
Στις 15 Νοεμβρίου 1922, στις 07:15, ο Πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αλ.Οθωναίος διάβασε την τελική ετυμηγορία του δικαστηρίου, που ήταν η αναμενόμενη από όλους.
«Ἐν ὀνόματι τοῦ Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων Γεωργίου Β’ τὸ Ἔκτακτον Στρατοδικεῖον συσκεφθὲν κατὰ νόμον, κηρύσσει παμψηφεῖ τοὺς μὲν Γεώργιον Χατζανέστην, Δημήτριον Γούναρην, Νικόλαον Στράτον, Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην, Γεώργιον Μπαλτατζήν και Νικόλαον Θεοτόκην εἰς τὴν ποινὴν τοῦ Θανάτου. Τοὺς δὲ Μιχαήλ Γούδαν και Ξενοφώντα Στρατηγόν εἰς τὴν ποινὴν τῶν ἰσοβίων δεσμῶν. Διατάσσει τὴν στρατιωτικὴν καθαίρεσιν τῶν Γεωργίου Χατζανέστη, ἀρχιστρατήγου, Ξενοφῶντος Στρατηγοῦ, ὑποστρατήγου καὶ Μιχαὴλ Γούδα, ὑποναυάρχου καὶ ἐπιβάλλει αὐτοὺς τὰ ἔξοδα καὶ τέλη. Ἐπιδικάζει παμψηφεῖ χρηματικὴν ἀποζημίωσιν ὑπὲρ τοῦ Δημοσίου κατὰ τοῦ Δ. Γούναρη δραχμῶν 200 χιλιάδων, Ν. Στράτου δραχμῶν 335 χιλιάδων, Γ. Μπαλτατζῆ καὶ Ν. Θεοτόκη δραχμῶν 1 ἐκατομμυρίου καὶ Μ. Γούδα δραχμῶν 200 χιλιάδων. Ἐγκρίθη, ἀπεφασίσθη καὶ ἐδημοσιεύθη ἐν Ἀθήναις τῇ 15η Νοεμβρίου 1922.»
Στις 09:00, στις φυλακές «Αβέρωφ», εκεί που σήμερα είναι τα δικαστήρια τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, ανακοινώθηκε από τον Επαναστατικό Επίτροπο Γρηγοριάδη η απόφαση του Εκτάκτου Στρατοδικείου στους κατηγορουμένους, από τους οποίους ουδείς αιφνιδιάστηκε, εκτός του Χατζανέστη. Στους έξι μελλοθάνατους δόθηκε προθεσμία δύο ωρών για να «προλάβουν» να αποχαιρετίσουν τους οικείους τους.
Στις 10:30, οι έξι μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στο Γουδή, που τότε ήταν πυκνό δάσος έξω από την πόλη, που τελείωνε ουσιαστικώς στον σημερινό κόμβο Αμπελοκήπων, για να εκτελεστούν.
Πριν την εκτέλεση προηγήθηκε η ατιμωτική στρατιωτική καθαίρεση του Χατζανέστη. Επικεφαλής της όλης διαδικασίας ήταν ο εκ των μαρτύρων κατηγορίας Ταγματάρχης Σπαής. Ουδείς εκ των έξι δέχτηκε να του δέσουν τα μάτια και η απόφαση του Στρατοδικείου εκτελέστηκε στις 11:27 ακριβώς. Στη συνέχεια τα πρώματά τους μεταφέρθηκαν κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας στο νεκροθάλαμο του Α’Νεκροταφείου Αθηνών, όπου και αποδόθηκαν στους οικείους τους προκειμένου να ενταφιαστούν με συνοπτικές διαδικασίες.
Η στάση του Ελ.Βενιζέλου στο θέμα της δίκης και καταδίκης των έξι υπήρξε αμφιλεγόμενη. Το 1929 ωστόσο, ο Βενιζέλος σε επιστολή του προς τον Παναγή Τσαλδάρη έγραψε για ΟΛΟΥΣ τους εκτελεσθέντες τα εξής: «Δύναμαι νὰ βεβαιώσω ὑμᾶς κατὰ τὸν πλεόν κατηγορηματικὸν τρόπον ὅτι οὐδεὶς ἐκ τῶν πολιτικῶν ἀρχηγῶν τῆς Δημοκρατικῆς παρατάξεως θεωρεῖ ὅτι οἱ ἡγέται τῆς πολιτικῆς, ἥτις ἐφηρμόσθη μετὰ τὰ 1920, δύναται νὰ κατηγορηθοῦν διὰ πρᾶξιν προδοσίας τῆς Πατρίδος ἢ ὅτι ἐν γνώσει ὡδήγησαν τὸν τόπον εἰς τὴν Μικρασιατικὴν καταστροφήν».
Από τους περισσότερους ιστορικούς η «Δίκη των Έξι» χαρακτηρίστηκε ως «μία αναγκαία πολιτική κίνηση», ενώ ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς θεωρεί ότι η κατηγορία της ενσυνείδητης προδοσίας δεν μπορεί να ευσταθήσει με τον Στρατηγό Θ.Πάγκαλο να υποστηρίζει ότι «υπήρξαν μοιραία και αναγκαία θύματα στον βωμό της Πατρίδος».
Μετά την εκτέλεση
Το 1933, στην είσοδο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, εντοιχίστηκε μαρμάρινη πλάκα με τα ονόματα των εκτελεσθέντων, ενώ στον τόπο εκτελέσεως στο Γουδή χτίστηκε ο Ιερός Ναός της Αναστάσεως, και στο σημείο που εκτελέστηκε ο καθένας εκ των έξι φυτεύτηκε ένα κυπαρίσσι.
Το 2008, ο εγγονός του εκτελεσθέντος Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, Μιχαήλ, ξεκίνησε τη διαδικασία αναψηλαφήσεως της «Δίκης των Εξ», προσφεύγοντας (δικηγόρος ο Νίκος Βασιλάτος) στον Άρειο Πάγο, ζητώντας την ακύρωση της αποφάσεως του Εκτάκτου Στρατοδικείου, με την προσκόμιση πολλών και σημαντικών νέων στοιχείων, με πιο σημαντικό τα έγγραφα της Στρατιωτικής Ανακριτικής Επιτροπής Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας, της οποίας Πρόεδρος ήταν ο Κ. Μαζαράκης και τα οποία είχε απευθύνει προς τον Νικόλαο Πλαστήρα. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου (με ψήφους 3 προς 2) δέχθηκε τους ισχυρισμούς του, παραπέμποντας το θέμα στην Ολομέλεια για οριστική απόφαση.
Το Δεκέμβριο του 2009, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τάχθηκε υπέρ της επαναλήψεως της «Δίκης των Εξ», σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, κάνοντας δεκτή εισήγηση του τότε Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Αθανασίου Κονταξή.
Τον Οκτώβριο του 2010 το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι πρέπει να γίνει επανάληψη της δίκης και ακολούθως προέβη στην αθώωση όλων των κατηγορουμένων, λόγω παραγραφής των αδικημάτων τους.
Η περίπτωση του Πρίγκηπος Ανδρέα
Σχετική, αλλά όχι παρόμοια, είναι η περίπτωση της συλλήψεως, προσαγωγής σε δίκη και καταδίκη του Υποστρατήγου Πρίγκηπος Ανδρέα, για λάθη που κατά το κατηγορητήριο διέπραξε κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, ως Διοικητής του Β’ Σώματος Στρατού!
Αυτό όμως θα το δούμε σε άλλο σημείωμά μας, στην…ώρα του!