Στις 3 Μαρτίου 1957 σκοτώνεται πολεμώντας τους Βρετανούς αποικιοκράτες στην Κύπρο, ο Νεομάρτυρας του Κυπριακού Ελληνισμού Γρηγόρης Πιερρή Αυξεντίου, ο υπαρχηγός του Γρίβα στην Εθνικής Οργάνωση Ελλήνων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) με το ψευδώνυμο «Ζήνδρος», ο οποίος πέρασε στην Ιστορία ως «ο Σταυραετός του Μαχαιρά».
Χθες, τελέστηκε στην Ιερά Μονή Μαχαιρά, στο μέρος της θυσίας του Εθνομάρτυρα, το ετήσιο Μνημόσυνο, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, της Προέδρου της Βουλής κυρίας , του Υπουργού Αμύνης κ. Βασίλη Πάλμα, του Αρχηγού ΓΕΕΦ Αντιστρατήγου Γιώργου Τσιτσικώστα και άλλων επισήμων.
Από τον συγκινητικό Επιμνημόσυνο Λόγο του ΥΠΑΜ κ. Πάλμα παραθέτουμε τα εξής:
«…Ο Γρηγόρης Αυξεντίου ήταν ο πρωτότοκος γιος του Πιερή και της Αντωνούς από τη Λύση, και γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1928. Η αμέριστη αγάπη του για την ελληνική ιστορία και τους αγώνες του Έθνους, τον οδήγησε στην απόφαση, το 1948, να μεταβεί στην Ελλάδα με σκοπό να ενταχθεί στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
Παρόλο που απέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις, επειδή ήταν αποφασισμένος να φορέσει την τιμημένη στολή του Έλληνα αξιωματικού, κατάφερε να εκπληρώσει το όνειρό του και να εισαχθεί στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. Μετά την αποφοίτησή του υπηρέτησε με περηφάνια τη θητεία του στον Ελληνικό Στρατό, στο 613 Τάγμα Πεζικού, στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Απολύθηκε τον Νοέμβριο του 1952 και τον Μάρτιο του 1953 επέστρεψε στην Κύπρο.
Τον Ιανουάριο του 1955 μυήθηκε στην ΕΟΚΑ και έδωσε όρκο στρατιωτικής τιμής. Η προϋπηρεσία του ως έφεδρου αξιωματικού, η στρατιωτική του εκπαίδευση και οι ικανότητες του συνυπολογίστηκαν ώστε ο Αρχηγός Διγενής να του εμπιστευτεί αρχικά την οργάνωση του Τομέα Αμμοχώστου και αργότερα την ανάδειξή του ως υπαρχηγού της Οργάνωσης.
Η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα την 1η Απριλίου 1955 τον βρήκε στην πρώτη γραμμή, ως επικεφαλής ομάδων κρούσης, να συμμετέχει στις επιθέσεις στον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό Δεκέλειας και στην Κυπριακή Ραδιοφωνική Υπηρεσία.
Έδρασε με τα προσωνύμια Ζήδρος, Αίας, Άρης, Ανταίος, Ζώτος και Ρήγας και μεγαλούργησε με τον ηρωισμό του στα βουνά του Πενταδακτύλου και αργότερα της Πιτσιλιάς, του Τροόδους και του Μαχαιρά.
Η δράση και οι ηγετικές του ικανότητες προκάλεσαν από τη μια τον σεβασμό από τους συναγωνιστές του, ενώ από την άλλη τον φόβο και το μένος των Άγγλων. Αποτέλεσε δε τον πρώτο καταζητούμενο, ο οποίος επικηρύχθηκε με το υπέρογκο για τα δεδομένα της εποχής ποσό των 5,000 λιρών.
Μεταξύ των πολλών γενναίων και παράτολμων ενεργειών του Γρηγόρη ξεχωρίζουμε την αποφασιστικότητα και τις δεξιότητές του κατά τη διάρκεια της μάχης στα Σπήλια στις 11 Δεκεμβρίου του ’55.
Όταν η ομάδα του περικυκλώθηκε, διέταξε τους άντρες του να μεταβούν σε συγκεκριμένο σημείο και να τον περιμένουν. Αυτός ανέλαβε μόνος να διεισδύσει ανάμεσα στους Βρετανούς, παραπλανώντας τους και αναγκάζοντάς του να αλληλοκτυπηθούν. Η αναστάτωση που προκλήθηκε προκάλεσε ρήγμα το οποίο εκμεταλλεύτηκαν οι αγωνιστές για να διαφύγουν.
Ο Διγενής του ανέθεσε σταδιακά τον τομέα της Πιτσιλιάς, τα χωριά της Ορεινής και Μαχαιρά και από τον Ιούλιο του ’56 και τα Κρασοχώρια της Λεμεσού.
Σε όλη του την πορεία στα χωριά της ορεινής Κύπρου κατάφερε να μεταφέρει την ορμή του Αγώνα, στρατολογώντας ταυτόχρονα νέους αγωνιστές.
Η εξέλιξη των γεγονότων και η φήμη που απέκτησε τον ανάγκασαν να μετακινείται συνεχώς από περιοχή σε περιοχή για να αποφύγει τον εντοπισμό του από τις αρχές, αλλά και για να αντιμετωπίσει, δυστυχώς, φαινόμενα αποκάλυψης της δράσης του από εκ των έσω πληροφοριοδότες των Βρετανών.
Ο Γρηγόρης ουδέποτε πτοήθηκε από τους ελλοχεύοντες κινδύνους και συνέχισε με περισσότερη ένταση τη δράση του.
Στις 16 Μαρτίου του ’56 η ομάδα του εκτέλεσε ενέδρα στον δρόμο παρά το χωριό Αγρίδια, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο ήρωας Χρήστος Τσιάρτας και στις 31 Δεκεμβρίου, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κατάφερε με επιδεξιότητα και τόλμη να διαφύγει με την ομάδα του, όταν περικυκλώθηκε στο χωριό Ζωοπηγή. Κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πυρών, ο Αυξεντίου τραυματίσθηκε, όμως ο αγαπημένος του φίλος Μάκης Γεωργάλλας άφησε την τελευταία του πνοή στα χέρια του.
Τα βουνά του Μαχαιρά αποτέλεσαν το τελευταίο του καταφύγιο. Ένα περίπου χιλιόμετρο από το μοναστήρι της Παναγίας, σε μια απρόσιτη πλαγιά, η ομάδα του οργάνωσε το κρησφύγετό της. Από εκεί ο Γρηγόρης μετέβαινε μυστικά στο Μοναστήρι για προμήθειες έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια από τους μοναχούς. Ο ίδιος, φορώντας ράσο προσποιείτο τον ιερομόναχο. Έτυχε μερικές φορές να συναντηθεί με Βρετανούς που τον έψαχναν στην περιοχή χωρίς όμως να τον αντιληφθούν.
Η 3η του Μάρτη του ‘57 αποτέλεσε ημέρα ορόσημο της κυπριακής ιστορίας. Οι Βρετανοί κατόπιν πληροφοριών οδηγήθηκαν και περικύκλωσαν το κρησφύγετο των πέντε αγωνιστών ζητώντας τους να παραδοθούν. Ο Αυξεντίου αρνήθηκε.
Έχοντας λάβει την απόφασή του, συλλογιζόμενος το ρηθέν από τον Αισχύλο στον «Αγαμέμνωνα» «να πεθαίνεις ένδοξα είναι μεγάλη χάρη για τους ανθρώπους», διέταξε τα παλικάρια του να εξέλθουν και να παραδοθούν, παρά την επιμονή τους να παραμείνουν…
…Η δεκάωρη επική μάχη που ακολούθησε έμελλε να καταγραφεί στην ιστορία ως υπέρτατη πράξη ανδραγαθίας και ευκλεούς θανάτου. Μια συνειδητή απόφαση άφθαστου ηρωισμού που προκάλεσε πανελλήνιο αλλά και παγκόσμιο θαυμασμό. Για την ιστορία η απόφαση και ο θάνατος του Γρηγόρη Αυξεντίου έλαβαν οικουμενική διάσταση.
Η ανεπιτυχής προσπάθεια των Βρετανών να εξοντώσουν τον Αυξεντίου και τον Αυγουστή Ευστάθιου, τον οποίο υποχρέωσαν να επιστρέψει στη σπηλιά για να τον πείσει να παραδοθεί, τους οδήγησε στην απόφαση να τους κάψουν ζωντανούς.
Φαίνεται ότι γι’ αυτούς ο Γρηγόρης ήταν ανίκητος.
Ήταν κάποιος πέραν από τη φυσική μας υπόσταση, ήταν κάποιος που διέθετε ανεξήγητες δυνάμεις που δεν μπορούσαν να καθυποτάξουν.
Έτσι περιέλουσαν το κρησφύγετο με εκατοντάδες λίτρα βενζίνης, και το πυρπόλησαν με εμπρηστικές βόμβες, μετατρέποντάς το σε καμίνι.
Ο Αυγουστής κατάφερε να εξέλθει με εγκαύματα στο σώμα και στο πρόσωπο.
Ο Αυξεντίου παρέμεινε στη θέση του για να εκπληρώσει το τάμα του. Τυλίχθηκε στις φλόγες και μετατράπηκε σε αγία λαμπάδα που σιγοκαίει αέναα στον βωμό της λευτεριάς. Με τη συνειδητή του απόφαση και τη θυσία του κατέδειξε σε όλους μας πώς οι αρχές και τα ιδανικά μπορούν να μετατραπούν σε άφθαρτες και αξιομνημόνευτες πράξεις.
Το καρβουνιασμένο του σώμα αναγνώρισε πρώτος ο πατέρας του στο στρατιωτικό νοσοκομείο στη Λευκωσία, όπου μεταφέρθηκε.
«Απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του», όπως μας περιγράφει ο Ρίτσος.
Οι Βρετανοί φοβούμενοι την λαϊκή κατακραυγή και αντίδραση έθαψαν το άψυχο σώμα του στις Κεντρικές Φυλακές, χωρίς να επιτρέψουν στους γονείς να τον κατευοδώσουν με τον σεβασμό που αρμόζει στους νεκρούς…»
«Ποτέ δεν μπορούσα να πιστέψω πως η στενότητα μιας σπηλιάς μπορούσε να 'χει τόση ευρυχωρία, μπορούσε να χωρέσει την Πατρίδα...»
Γ. Ρίτσος "Αποχαιρετισμός"
(Για τον Γρ. Αυξεντίου).
ΑΘΑΝΑΤΟΣ!!!