Στις 24 Απριλίου 1821 ο αρματωλός της Στερεάς Ελλάδος Αθανάσιος Μασσαβέτας ή Γραμματικός, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως «Αθανάσιος Διάκος» έχασε τη ζωή του με μαρτυρικό τρόπο από τους Οθωμανικούς Τούρκους.
Στις 4 Ιανουαρίου 1788 γεννήθηκε στην Άνω Μουσουνίτσα Φωκίδος (ή κατ’ άλλους στην Αρτοτίνα Φωκίδος), ο Αθανάσιος Διάκος αρματωλός αρχικώς και οπλαρχηγός, εκ των βασικών πρωταγωνιστών, του πρώτου έτους της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, στην περιοχή της Στερεάς Ελλάδος.
Η καταγωγή του ήταν από την ορεινή Φωκίδα και συμφώνως με μία εκδοχή το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός ή κατά άλλους Αθανάσιος Μασσαβέτας. Το επίθετο «Μασσαβέτας» αποτελεί ηχητική παραφθορά της οθωμανικής λέξεως “Musvedde” (=Μασβεντί), που σημαίνει «γραμματέας/ γραμματικός καταγραφής φορολογικών στοιχείων». Άρα, είτε ως «Γραμματικός» στα ελληνικά, είτε ως «Μασβεντί» στην Οθωμανική τουρκική γλώσσα, το επώνυμό του ήταν ένα και το αυτό, προερχόμενο προφανώς εκ της επαγγελματικής ιδιότητος που είχαν οι πρόγονοί του, κάτι πολύ συνηθισμένο την εποχή αυτή (wikipidia.org).
Εκάρη μοναχός σε ηλικία 17 ετών και πολύ σύντομα έγινε Διάκος. Κατά την επικρατέστερη λαϊκή παράδοση (γιατί υπάρχουν και άλλες), όταν ο Αθανάσιος Διάκος ήταν νεαρός Μοναχός, ένας Τούρκος πασάς, ο οποίος είχε επισκεφθεί το Μοναστήρι του Προδρόμου στην Αρτοτίνα με τα στρατεύματά του, και εντυπωσιάστηκε από την όλη εμφάνιση και κορμοστασιά του νεαρού Μοναχού. Ο Αθανάσιος Διάκος προσβλήθηκε απ' τα λεγόμενα του Τούρκου και τη μετέπειτα ανήθικη πρόταση που του έγινε από αυτόν και μετά από καβγά τον σκότωσε. Έτσι αναγκάστηκε να φύγει και να καταφύγει στα γειτονικά άγρια βουνά για να κρυφτεί και έτσι έγινε κλέφτης! Έτσι ο ίδιος επέλεξε ως επώνυμο το «Διάκος», με το οποίο μάλιστα και υπέγραφε, ως τιμητικό αλλά και ενδεικτικό ως προς την προηγούμενη ιδιότητά του.
Το 1818, ο Αθανάσιος Διάκος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, ενώ το 1820 έγινε αρματολός στην ευρύτερη περιοχή της Λιβαδειάς. Έτσι με το ξέσπασμα της Επαναστάσεως του 1821 πρωτοστατεί στο ξεσηκωμό στην περιοχή της Ανατολικής Στερεάς.
Τον Απρίλιο του 1821 σε συνεργασία με άλλους οπλαρχηγούς καταλαμβάνει το φρούριο της Λιβαδειάς, που δέσποζε της πόλεως. Στις 23 Απριλίου 1821, με άλλα 500 παλληκάρια, στη γέφυρα της Αλαμάνας και στη θέση Ποριά, κλείνει το δρόμο στους Ομέρ Βρυώνη και Κιοσσέ Μεχμέτ, οι οποίοι με 8.000 στρατό και ιππικό κατεβαίνουν προς τον Μοριά για να καταπνίξουν την εκεί ευρισκόμενη σε πλήρη εξέλιξη Επανάσταση!
Εκεί δίδεται σκληρή αλλά άνιση μάχη για να κρατηθεί η γέφυρα. Οι υπόλοιποι συμπολεμιστές του τον παρακαλούν να οπισθοχωρήσει και να μη θυσιαστεί για ένα γεφύρι, για να τους απαντήσει ότι «ο Διάκος δεν φεύγει ούτε παρατάει τους συντρόφους του». Στη μάχη τραυματίζεται στο δεξιό ώμο και συλλαμβάνεται από τους Οθωμανούς Τούρκους, για να μεταφερθεί ακολούθως στη Λαμία.
Την επομένη, 24 Απριλίου 1821, δολοφονείται από τους Οθωμανούς Τούρκους με ανασκολοπισμό («παλούκωμα» ή όπως έμεινε στη λαϊκή λογοτεχνία και παράδοση «σούβλισμα»). Άλλοι 300 από τους συμπολεμιστές του στη γέφυρα σκοτώθηκαν πάνω στη μάχη στη γέφυρα της Αλαμάνας! Η θυσία τους όμως δεν θα πάει χαμένη, γιατί λίγες μέρες μετά οι Οθωμανοί Τούρκοι θα νικηθούν στο Χάνι της Γραβιάς και κυρίως γιατί ο ηρωισμός τους δίδαξε τους άλλους Έλληνες πως πρέπει να πολεμούν και να πεθαίνουν για τη Λευτεριά τους.
Μετά την απελευθέρωση και τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους ο Στρατός του απένειμε τιμητικώς και μεταθανατίως τον βαθμό του Στρατηγού!