Στις 15 Σεπτεμβρίου 1916, στη διάρκεια της Μάχης του ποταμού Σομ (Somme), στη Γαλλία, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαμε την πρώτη εμφάνιση μιας νέας ως τότε πολεμικής «μηχανής», του άρματος μάχης, που αν και αρχικώς οι Βρετανοί το ονόμασαν «Πλοίο Ξηράς» (Landship), πολύ γρήγορα καθιερώθηκε με τη βρετανική λέξη “tank” (=δοχείο, δεξαμενή) και με αυτό έχει μείνει πλέον στην ιστορία ως τις μέρες μας.
Να διευκρινίσουμε ευθύς εξ αρχής ότι η σημερινή επέτειος σηματοδοτεί την πρώτη παρουσία άρματος μάχης στο πεδίο της μάχης από τους Βρετανούς συγκεκριμένα, και όχι την πρώτη κατασκευή ή υλοποίηση της ιδέας τους άρματος μάχης, που είναι πολύ παλαιότερη – ξεκίνησε από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι – καθώς και άλλες χώρες είχαν αρχίσει να εργάζονται ταυτόχρονα με τους Βρετανούς στην ιδέα αυτή, όπως οι Αμερικανοί, οι Ρώσοι, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί κλπ, έχοντας ως βάση τους πρώτους τότε ελκυστήρες.
Οι Βρετανοί όμως ήταν οι πρώτοι που μεταπήδησαν στη στρατιωτική τους χρήση στη Μάχη του Σομ, που πραγματοποιήθηκε σε διάφορες φάσεις από την 1η Ιουλίου έως τις 18 Νοεμβρίου του 1916, στις όχθες του γαλλικού ποταμού Σομ, και ήταν μία από τις πιο φονικές μάχες του Α’ ΠΠ, με 400.000 απώλειες από πλευράς των Βρετανών και περισσότερες από 1.200.000 όλων των εμπολέμων.
Ο Α’ΠΠ ξεκίνησε ως γνωστόν τον Αύγουστο του 1914 και μετά από μία σύντομη περίοδο πολέμου κινήσεων, μετέπεσε σε έναν ατέρμονα πόλεμο χαρακωμάτων στο δυτικό Μέτωπο και για τους δύο εμπολέμους με αποτέλεσμα να χάνονται εκατοντάδες χιλιάδες ψυχές είτε από το πυροβολικό των εμπολέμων μέσα στη λάσπη των χαρακωμάτων, είτε στη νεκρή ζώνη των 30-100 μέτρων μεταξύ των χαρακωμάτων σε αέναες προσπάθειες αλλήλων να καταλάβουν μερικά μέτρα γης επιπλέον ή μερικές σειρές χαρακωμάτων επιφέροντας έτσι ένα ρήγμα στη γραμμή του μετώπου του εχθρού!
Έτσι είχε η κατάσταση, όταν οι Βρετανοί σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν ένα «άρμα» προστατευμένο από όλες τις πλευρές από φύλλα ελαφρού χάλυβα, που να μην είναι διαπερατός από τις βολίδες των τυφεκίων και των πολυβόλων των Γερμανών, μεταφέροντας ταυτόχρονα το ίδιο ένα ή δύο πυροβόλα μικρού διαμετρήματος και μερικά πολυβόλα για πλευρική κυρίως κάλυψη!
Έτσι προέκυψε το άρμα μάχης, με αρχική σκέψη την υποστήριξη του Πεζικού και όχι ως ξεχωριστό Όπλο του Στρατού Ξηράς, με την παρθενική του εμφάνιση, ως προελέχθη, από τους Βρετανούς στις 15 Σεπτεμβρίου 1916 στο Flers-Courcelette, στη διάρκεια της Μάχης του Σομμ.
Προηγουμένως, στις 13 Αυγούστου του 1916, το πρώτο απόσπασμα των 100 κατασκευασθέντων Βρετανικών αρμάτων Mark.I αναχώρησε για τη Γαλλία. Τα πληρώματα αναχώρησαν από το Σαουθάμπτον ενώ τα άρματα έφυγαν από το Avonmouth επειδή δεν υπήρχαν ακόμα κατάλληλοι γερανοί με δυνατότητα να τα φορτώσουν στα πλοία!
Έπειτα αναχώρησαν με τραίνο για το Σομ όπου η μεγάλη συμμαχική αντεπίθεση είχε εξαπολυθεί κατά την 1η Ιουλίου 1916. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι απώλειες των Βρετανών κατά τη πρώτη μέρα της μάχης έφτασε στις 60.000 άνδρες!
Ο Αρχιστράτηγος του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος Στρατηγός Sir Douglas Haig, προσπαθώντας να βρει μια λύση για τις ολοένα και αυξανόμενες απώλειες, αποφάσισε να προχωρήσει στη χρησιμοποίηση των 49 αρμάτων, που είχε στη διάθεσή του, σχεδιάζοντας να τα χρησιμοποιήσει σε όλο το μήκος του μετώπου σε μικρές ομάδες των 2-4 αρμάτων εκάστη.
Στις 06:20 της 15ης Σεπτεμβρίου 1916, τα άρματα κινήθηκαν πιο νωρίς με αποτέλεσμα ορισμένα να πάθουν μηχανικές βλάβες ενώ όσα απέμειναν μπήκαν στη μάχη είτε μόνα τους είτε σε ζεύγη. Παρά όμως την περιορισμένη αριθμητική τους παρουσία , της ανεπαρκούς εκπαίδευσης των πληρωμάτων, των μηχανικών βλαβών αλλά και της απειρίας στην ανάπτυξη τεθωρακισμένων σχηματισμών, υπήρξαν κάποια πρόσκαιρα εδαφικά οφέλη για τους επιτιθέμενους. Ωστόσο, μόνο 10 από τα 49 άρματα μάχης επέστρεψαν στη βάση τους. Αξιοσημείωτη υπήρξε και η ψυχολογική επίδραση στη γερμανική πλευρά. Εξαιτίας των αρχικών επιτυχιών συνεχίστηκε να δρουν σε μικρές ομάδες κατά μήκος όλου του μετώπου για ένα έτος ακόμα.
Όμως τότε τα άρματα μάχης δεν ήταν καθόλου αξιόπιστα και είτε καθηλώνονταν πολύ συχνά εξαιτίας τεχνικών βλαβών, είτε καταστρέφονταν πολύ εύκολα γιατί χρησιμοποιούνταν σε πολύ μικρούς αριθμούς και πάντα σε δευτερεύοντες, υποστηριστικούς, ρόλους του πεζικού και οι Γερμανοί πολύ σύντομα βρήκαν τρόπους να τα σταματούν σχετικώς εύκολα.
Μεταπολεμικώς και ιδίως στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, πολλές χώρες ασχολήθηκαν τόσο με την τεχνική και σχεδιαστική ανάπτυξη των αρμάτων μάχης, όσο και με τη βελτίωση της τακτικής χρήσεώς τους, με κορυφαία στιγμή την ανάληψη ως επικεφαλής των τεθωρακισμένων της Βέρμαχτ στη Ναζιστική Γερμανία, του Χάϊντς Γκουντέριαν, ο οποίος ήταν αυτός που σκέφτηκε , σχεδιάσε και προώθησε τη δημιουργία αμιγώς μηχανοκινήτων σχηματισμών, με αιχμή του δόρατος τα άρματα μάχης, που θα συνοδεύονταν από αυτοκινούμενο πυροβολικό, μηχανοκίνητο πεζικό που θα λειτουργούσαν ως σφήνες διασπάσεως στην αντίπαλη εχθρική διάταξη, προβαίνοντας σε κύκλωση του αιφνιδιασθέντος εχθρού, σε συνεργασία με την πολεμική αεροπορία.
Τις ίδιες εξελίξεις, αν και με σημαντική καθυστέρηση, ακολούθησαν και οι Σύμμαχοι και όλα τα υπόλοιπα αποτελούν πλέον…Ιστορία!
Δελιτε στο βίντεο που ακολουθεί την ιστορία του Little Willie, του πρώτου άρματος μάχης που θα άλλαζε τη φιλοσοφία στα πεδία των μαχών αρχίζοντας τη δράση του από τη Μάχη του Σομ: